Ενημερώσεις

ΔΙΗΓΗΜΑ
ΓΚΑΦΑ ΟΛΚΗΣ
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

Ο Βασίλης δεν πέρασε στις πανελλήνιες εξετάσεις σε κανένα Τ.Ε.Ι ή Α.Ε.Ι και οι γονείς του με στερήσεις τον έστειλαν να σπουδάσει στην Γαλλία.
Στην μεγάλη αυτή χώρα που άνθισε η "εγκυκλοπαίδεια" με τους διανοούμενους διαφωτιστές, και πραγματοποιήθηκε η Γαλλική επανάσταση όπου κατοχυρώθηκαν¨ "τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη" ο Βασίλης με πολύ κόπο κατόρθωσε να πάρει το πτυχία της Γαλλικής γλώσσας και φιλολογίας.
Αμέσως ενθουσιάστηκε και έστειλε συγχαρητήρια στον εαυτόν του για το κατόρθωμα του.
Πως έγινε;
Με πληρωμένη αγγελία στον τοπικό τύπο της περιοχής του.
Δεν θα έλεγε κανείς ότι ο Βασίλης είχε περίσσευμα από σεμνότητα και ταπεινότητα.
Και από σοφία και ωριμότητα.
Όταν επέστρεψε στην Βέροια που κατοικούσαν οι γονείς του και ήταν ο τόπος καταγωγής του και τον αγαπούσε, είχε ήδη μισο μετανειώσει που σπούδασε γαλλική φιλολογία.
Προσπάθησε να κάνει καριέρα ως δημοσιογράφος.
Οι επιχειρήσεις του τύπου και γενικά των μ.μ.ε υπάρχουν λίγες κι είναι περιορισμένες και μικρής εμβέλειας σε μια μικρή πόλη.
Εργάσθηκε για λίγο.
Πουθενά δεν πληρώθηκε.
Δούλεψε ως δόκιμος και χωρίς μισθό.
Κάποια στιγμή μαζί μ`ένα φίλο του με πτυχία οικονομικού πανεπιστημίου έκαναν αίτηση για πρόσληψη στην Ε.Ρ.Τ στα κεντρικά.
Που τέτοια τύχη!
Εκεί ήταν ήδη πολλοί υπεράριθμοι και ορισμένοι αργόμισθοι.
Όπως και σε κάθε δημόσια υπηρεσία στην Ελλάδα.
Που διορίζονταν οι δημόσιοι υπάλληλοι με "μέσον" ρουσφετολογικά και χωρίς αξιοκρατικά προσόντα.
Στην Αθήνα έζησε περίπου δύο έτη.
Σχέση με το ωραίο φύλο δεν είχε αναπτύξει .
Ήταν χονδρούλης με γουρλωτά μάτια και μεγάλα αυτιά.
Από το τρακ που είχε όταν μιλούσε με κορίτσια άρχιζε να τραυλίζει.
Τακτικά επισκεπτόταν οίκους ανοχής στη οδό Μιχ. Βόδα.
Εκεί ψιλοερωτεύτηκε μία νεαρή Βουλγάρα και την επισκεπτόταν συχνά.
Έκαναν τακτικά παρέα και εκτός "δουλειάς."
Για να μην κάθεται και είναι αργός βρήκε περιστασιακή εργασία σαν κομπάρσος σε τηλεοπτικά στούντιος.
Εργάσθηκε για λίγο και σ`ένα περιοδικό κουτσομπολιού και προγραμμάτων τηλεόρασης.
Το άγχος της μεγαλούπολης και οι αποτυχημένες προσπάθειες του να βρει μια αξιόλογη εργασία τον κούρασε. Τον έκανε μελαγχολικό και απαισιόδοξο.
Επέστρεψε ταπεινωμένος με χαμηλά τα φτερά του στην μικρή δική του πόλη.
Του έδωσαν δημοσιογραφική εργασία σε μικρή εφημερίδα της Βέροιας με γλίσχρο μισθό.
Πάντα μαζί του είχε το δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι.
Εκείνη την ημέρα συνόδεψε έναν τοπικό βουλευτή σε μια περιοδεία του στην επαρχία.
Ο βουλευτής μόλις είχε παραλάβει ένα υφυπουργείο.
Ήταν πολύ φιλόδοξος και ήθελε να αναλάβει ένα πιο σημαντικό υπουργείο.
Κατά την διάρκεια της περιοδείας του πέρασε και από το χωριό του.
Στο χωριό κατοικούσαν οι γονείς του και στενοί συγγενείς.
Τα πρώτα του εξαδέλφια τον κάλεσαν και του έκαναν τραπέζι.
Μαζί του παραβρέθηκε φιλικά και ο Βαγγέλης με το κασετοφωνάκι.
Μεταξύ τυρού και αχλαδίου ο κ. υφυπουργός πέρασε γενεές δεκατέσσερις τον βουλευτή που πήρε το συγκεκριμένο υπουργείο που εποφθαλμιούσε.
Ήταν μια ιδιωτική συζήτηση μεταξύ στενών συγγενών.
Τα "σκάγια" είχαν πιάσει και τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Ο Βασίλης από συνήθεια τα αποτύπωσε στο δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι.
"Χωρίς περίσκεψιν χωρίς αιδώ" δημοσίευσε στην εφημερίδα την ιδιωτική συνομιλία.
Την επομένη έγινε αναπαραγωγή από τα δημοσιογραφικά συγκροτήματα των Αθηνών.
Συντήρησαν το θέμα για μια εβδομάδα.
Ο υφυπουργός αναγκάστηκε να παραιτηθεί.
Ο δημοσιογράφος φοβήθηκε για την απερισκεψία του και ακόμη τρέχει να κρυφτεί .
Οι δημοσιογράφοι των Αθηνών έγραψαν το δικό τους μυθιστόρημα με το Βασίλη στο ρόλο του δον Κιχώτη.