Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2015

ΤΟ ΦΕΥΓΙΟ
ΔΙΗΓΗΜΑ
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
Το σπίτι στην αγροτική περιοχή κοντά στη πόλη του Ρεθύμνου ήταν δίπατο. Κάτω στο ισόγειο είχε χώρο και για το σταύλισμα του αλόγου. Στη μέση της αυλής ήταν το μαγγανοπήγαδο όπου τραβούσαν με γκουβάδες το νερό. Ο κυρ Ευάγγελος κατοικούσε στο σπίτι αυτό που ήταν κληρονομικό με την γυναίκα του την Ευθαλία και την οικογένεια του γιου του Κλεόβουλου με τα τρία μικρά εγγόνια του.Ο ίδιος είχε μεσαία αγροτική ιδιοκτησία και εργαζόταν μαζί με την γυναίκα του από το πρωί μέχρι να δύσει ο ήλιος στα χωράφια και στις αυλές του σπιτιού του. Ο γιος του ο Κλεόβουλος δούλευε στις οικοδομές ως μάστορας στα ξυλότυπα, και τα σαββατοκύριακα βοηθούσε στην πατρική περιουσία.
Ξαφνικά στον οικισμό άρχισαν οι ψίθυροι.
-"Το μάθατε γειτόνισσες.Έφυγε η οικογένεια του Κλεόβουλου για την Αθήνα."
-"Γιατί παράτησε την δουλειά του έτσι ξαφνικά;"
-"Πολλά ακούγονται και λέγονται αλλά ποιον να πιστέψεις;"
-"Για λέγε για λέγε;"
-"Να."
-"Ακούγεται ότι ο κυρ Ευάγγελος μύρισε φρέσκο κρέας και συνήψε σχέσεις με την όμορφη και πεταχτούλα νύφη του."
-"Λοιπόν, λοιπόν;"
-"Κατά τις έντεκα το πρωί που το σπίτι ήταν άδειο ήρθε ξαφνικά ο Κλεόβουλος στο σπίτι."
-"Κάτι είχε υποψιαστεί αλλά ήταν αδύνατον να το πιστέψει."
Κι όμως η πραγματικότητα ξεπερνάει και την πιο τολμηρή φαντασία.
Ο Κλεόβουλος έπιασε επ` αυτοφώρω στο κρεβάτι την σύζυγο του Ευταλία με τον πατέρα του σε ερωτικές περιπτύξεις.
Έχασε το έδαφος κάτω από τα πόδια του.
Έφυγε αλαφιασμένος και κατηφόρισε προς την αγορά.
Ο πατέρας του τον ακολούθησε προσπαθώντας να του εξηγήσει και να αντιστρέψει την πραγματικότητα.
Μετά από δύο μόλις ημέρες ο Κλεόβουλος για να αποφύγει το σκάνδαλο και το καθημερινό του μαρτύριο, πήρε την οικογένεια με τα τρία παιδιά του και μετακόμισε στην Αθήνα.
Εκεί ουσιαστικά θα έκρυβε την ντροπή του απ;όλο τον κόσμο.
Ήταν ένας ξένος ανάμεσα σε ξένους κανένα δεν γνώριζε, και κανείς δεν τον γνώριζε.
Στον οικισμό όμως έγινε σούσουρο.
Ο κυρ Ευάγγελος πλέον αν και ηλικιωμένος, ήταν δακτυλοδεικτούμενος σαν ο κόκορας της γειτονιάς.
Δεν τολμούσε να σταθεί και να του ανοίξει κουβέντα παντρεμένη ή ανύπαντρη γυναίκα ή κοπέλα, γιατί θα της έβγαζαν το "όνομα" στην γειτονιά.
Δεν χρειαζόταν και πολύ η κοινή γνώμη εκείνο το καιρό για να σου βγάλει την σούρα σου.
Ο κυρ Ευάγγελος ακμαίος και με παραδάκι στις τσέπες δεν το έβαζε κάτω.
Την νύχτα τον έβλεπες στα μπαράκια να κερνά ποτά στις γυναίκες "ελαφρών ηθών" και να "βολεύεται" μαζί τους.
Λέτε να ήταν ο μόνος;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου