Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

ΔΙΗΓΗΜΑ
ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΗΝ ΔΥΣΗ
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
Ήμουνα στα Πετράλωνα, πατούμενα εμπάλωνα | μόνος μουτζουρωμένος, στις πρόκες μου σκυμμένος | Μα τη Μαριώ συνάντησα, μαζί της την επάτησα | εζήλεψα τ' αστέρι της και ζήτησα το χέρι της | Με κοίταξε και γέλασε, κι ύστερα με μαχαίρωσε | σαν μού ‘πε πως τσαγκάρη, δεν ήθελε να πάρει ."
Μαρία Αλειφεροπούλου
Το 1960 που τέλειωσα το δημοτικό σχολείο αν και ήμουν πολύ καλός μαθητής γνώριζα ήδη ότι εκεί τέλειωναν οι "σπουδές" μου. Τότε η φοίτηση ήταν υποχρεωτική μόνο στο δημοτικό, και όχι και στο τριτάξιο γυμνάσιο όπου καθιερώθηκε πολύ αργότερα. Όταν μεγάλωσα και κυκλοφόρησα την πρώτη μου ποιητική συλλογή έγραψα με αλήθεια και αρκετή αφέλεια για την καλοσύνη των ανθρώπων, ένα μικρό βιογραφικό στο οποίο έγραφα ότι "τέλειωσα μονάχα το δημοτικό σχολείο."
Στον πρώτο "φίλο" που δώρισα τη συλλογή μου μού είπε κριτικά¨
"Μην λες ότι τελείωσες μόνο το δημοτικό γιατί θα σε κοροϊδεύουν."
Γιατί να με κοροϊδεύουν;
Οικογένεια απέκτησα, σεβαστή περιουσία έκανα, παιδεία με πολύ προσπάθεια και συνεχές διάβασμα απέκτησα. 
Δεν γεννιούνται όλοι προνομιούχοι στη ζωή.
Κι αν δεν φοιτήσεις σε διδακτήρια, μπορείς και μόνος σου,αν το επιθυμείς και σου αρέσει το διάβασμα και η απόκτηση γνώσεων, να αποκτήσεις παιδεία και πνευματική καλλιέργεια.
Εφ όσον όμως δεν έχεις το επίσημο "χαρτί" η κοινωνία δεν σε αναγνωρίζει.
Παραμένεις πικραμένος σαν "το παιδί του δημοτικού." Κι ας πέρασες ένα μέρος της ζωής σου διαβάζοντας και μαθαίνοντας πιστός στο αρχαίο ρητό¨"εν οίδα ότι ουδέν οίδα" και¨ "γηράσκω αειδιδασκόμενος."
Ήταν πολυμελής η οικογένεια μου, εσωτερικών μεταναστών εξ υπαίθρου χώρας.Κατοικούσαμε σ`ένα ισόγειο σπίτι" "καμαρούλα μια σταλιά δύο επί δύο" και ήμασταν στριμωγμένοι ακόμη και στα κρεβάτια μας όπου κοιμόμασταν μαζί, δύο και τρία παιδιά. 
Ζούσαμε την νύχτα με το φως του λύχνου, την λάμπα πετρελαίου, κι αν είχατε εσείς παραπάνω λεφτά αγοράζατε και λάμπα μεγαλύτερη τύπου "λουξ." Συνήθως την διέθεταν τα καφενεία.
Έτσι ήταν οι συνθήκες του βίου εκείνη την εποχή.Φτώχεια αμερικάνικη βοήθεια, και μετανάστευση.
Είχαμε στο σπίτι και ένα μεγάλο ξύλινο ράδιο με μπαταρίες όπου φώναζε η μάνα να μην το έχουμε πολύ ώρα ανοιχτό, και της εξαντλήσουμε. Καθώς και ένα κουρδιστό γραμμόφωνο {φωνογράφο.} Όπου βάζαμε δίσκους της Μαριάννας Χατζοπούλου και Κρητική παραδοσιακή μουσική με τον Κώστα Μουντάκη.
Πριν τελειώσω ακόμη το δημοτικό, ένα καλοκαίρι, μου έβρασαν μερικές φορές καλαμπόκια σ`ένα μεγάλο τσουκάλι με κάρβουνα στην παραστιά. Τα τοποθέτησαν σ`ένα καλαθάκι και μου τα φόρτωσαν στην πλάτη. Να τα πουλήσω "να δω πως βγαίνει το ψωμί."
Ιούνιο μήνα, πήρα τα απολυτήριο του δημοτικού.Ήταν πια καιρός όπου έπρεπε να δροσιστούμε με παγωτά για να γλυκαθεί η γλώσσα μας και να ευφρανθεί η ψυχή μας.
Πήγα, δηλαδή με έστειλαν σαν συστημένο γράμμα, σε μια μεγάλη βιοτεχνία της εποχής που παρασκεύαζε πάγο, και τροφοδοτούσε οικιακά ψυγεία πάγου, ψαρότρατες, ιχθυοπωλεία, και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο.
Παράλληλα διέθετε και τμήμα με παραγωγή παγωτών το καλοκαίρι, και γλυκών το χειμώνα.
Στην αρχή μου έδωσαν ένα χειροκίνητο καρότσι λόγω της μικρής μου ηλικίας.
Αργότερα παρέλαβα τρίροδο ποδήλατο με το κιβώτιο των παγωτών.
Εκείνη την εποχή το 1960, το οικονομικό επίπεδο της Ελλάδας ήταν σε τέτοια κατάσταση που δεν επέτρεπε στα παιδιά τουλάχιστον στην πλειοψηφία, να περάσουν εφηβεία.Γιατί τι είναι η εφηβεία; Εφηβεία καλείται η προστασία των παιδιών από την οικογένεια και το κράτος, πριν περάσουν στην ενηλικίωση.
Οικογένεια είπατε; 
Κράτος είπατε;
Τι προστασία να προσφέρει μια φτωχή αγροτική οικογένεια με μικρό κλήρο ή εργατική, ή ακόμη και μικροαστική με 6, 10,11, ακόμη και 12 παιδιά;
Η γέννηση πολλών παιδιών εκείνης της εποχής ονομάστηκε στις δυτικές χώρες εποχή των "babies boomers"
Τι κοινωνική προστασία να προσφέρει το ανοργάνωτο ελληνικό κράτος που έβγαινε κατεστραμμένο από την Γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, και οι άνθρωποι ζούσαν με τη βοήθεια φιλανθρωπικών αμερικάνικων οργανώσεων;
Που θα πήγαινα να πουλήσω τα παγωτά;
Ρώτησα τους παλαιότερους.
Μου είπαν¨
"Θα πηγαίνεις στα σχολεία, στα ΚΤΕΛ , στις γειτονιές , στα πανηγύρια, και όπου υπάρχει κόσμος."
Όταν πήγα να πουλήσω παγωτά στο γυμνάσιο και αντίκρισα κάποιους συμμαθητές μου στο δημοτικό να συνεχίζουν μαθήματα στο γυμνάσιο ενώ ήταν χειρότεροι μαθητές από εμένα.
Ένα δάκρυ έπεσε από το βλέφαρο μου και πότισε τη γη.
"Αν δεις διαβάτη μάνα μου | να 'ρθει στο σπιτικό μας, | δέξου τον μ' όλη την καρδιά | τιμή και για τους δυο μας. | Αν δεις πουλί στη χειμωνιά | σκύψε και φίλησέ το, | μεσ' στη ζεστή ανάσα σου, | μανούλα, ζέστανέ το, | μεσ' στη ζεστή ανάσα σου, | μανούλα, ζέστανέ το. | Αν δεις αγόρι ορφανό | με μάτια δακρυσμένα, | λογάκια πες του τρυφερά | σαν να τα λες σ' εμένα. | Αν δεις καράβι να κινά | για τα πικρά τα ξένα | δωσ' την ευχή σου μάνα μου | σ' εκείνο και σ' εμένα, | δωσ' την ευχή σου μάνα μου | σ' εκείνο και σ' εμένα."
Στίχοι: Σπύρος Καμπάνης
Από τότε το έβαλα στόχο και με πείσμα άρχισα να διαβάζω. Για να μορφωθώ μόνος μου [μπάϊ μαϊ σελφ] και το πέτυχα.
ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου