Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

ΔΙΗΓΗΜΑ 
ΤΟ ΘΛΙΜΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
Κορίτσι, κορίτσι με τα
ολόχρυσα μαλλιά.
Λάμπουν τα μαύρα μάτια σου. 
Σαν ανθισμένη μυγδαλιά.
Μ.Δ
Εκείνο το κοριτσάκι όταν γεννήθηκε δεν το υποδέχτηκαν "τρις μάγοι με τα δώρα."
Βεβαίως χάρηκαν οι γονείς του αυτό τον Νοέμβριο και το γιόρτασαν γιατί ήταν το πρώτο τους μωράκι.Ο Γιώργος και η Μαρία είχαν ένα μικρό εμπορικό μαγαζάκι στο κέντρο των Χανίων.Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν υπερκαταστήματα για να τους πάρουν όλη την πελατεία και έτσι τα παιδιά είχαν αρκετή δουλειά. Αρχές Δεκεμβρίου ξεκίνησε να χτυπά θλιβερά γι`αυτούς η καμπάνα. Ένα απόγευμα έφθασαν στο λιμάνι της Σούδας και επιβιβάστηκαν στο επιβατικό οχηματαγωγό πλοίο "Ηράκλειον προκειμένου να προβούν στις αυξημένες προμήθειες των εορτών.
Το κατάστημα τους, είχε ανάγκη από νέο εμπόρευμα.Το πλοίο ναυάγησε στα μισά περίπου της πορείας του προς Πειραιά ανοιχτά της νησίδας Φαλκονέρας.Πνίγηκε στην άγρια και βαθιά θάλασσα πολύ κόσμος, και μεταξύ αυτών και οι γονείς του χαριτωμένου και ακόμη αβάφτιστου μωρού.Η τύχη παίζει περίεργα παιχνίδια με τις ζωές των ανθρώπων.
Το ορφανό κοριτσάκι το ανέθρεψε η γιαγιά του με την βοήθεια και την συμπαράσταση της αδελφής της μητέρας του.
Το όνομα της ήταν Αργυρώ και την φώναζαν Ρούλα.Της έδωσαν καλή ανατροφή με ηθικές αρχές. Η Ρούλα ήταν πολύ καλή μαθήτρια στο γυμνάσιο και λύκειο. Πέρασε με άριστα τις πανελλαδικές εξετάσεις και έλαβε υποτροφία. Στην Αθήνα που φοιτούσε γνώρισε ένα αρρενωπό συμφοιτητή της με σγουρά μαλλιά και καφετί μάτια.Η ίδια ήταν μετρίου αναστήματος μάλλον κοντούλα με όμορφο πρόσωπο θεληματικό πηγούνι και μακριά μαλλιά.Τον ερωτεύτηκε και πάνω στο χρόνο άρχισαν να συζούν. Ο Κώστας καταγόταν από το Ηράκλειο με μητέρα Χανιώτισσα και ήταν φοιτητής στο οδοντιατρικό τμήμα της ιατρικής.Δεν γνωρίζουμε αν την αγάπησε κι αυτός το ίδιο διότι ήταν αρκετά επιπόλαιος και γυναικάς.Σε αντίθεση με την Ρούλα όπου ήταν σοβαρή κοπέλα και συνεσταλμένη.Με το που πήρε η Ρούλα το πτυχίο της από το χημικό τμήμα με ειδικότητα "οινολόγος" την βοήθησαν οι δικοί της και άνοιξε "χημικό οινολογικό" εργαστήριο στην οδό Π. Μπολιώτη της πόλεως των Χανίων.
Ο Κώστας την ακολούθησε και άνοιξε και εκείνος το δικό του οδοντιατρείο στην οδό Σήφακα. Ήδη είχαν τελέσει γάμο στο Δημαρχείο της Αθήνας και ήταν ανδρόγυνο με την σφραγίδα του νόμου.Καμιά φορά τα ετερώνυμα δεν έλκονται και δεν τους βγαίνει σε καλό να σμίγουν δύο τελείως διαφορετικοί άνθρωποι.Ο Κώστας δεν άφηνε γυναίκα σε χλωρό κλαρί.Εδώ που τα λέμε του την πέφταν και οι γυναίκες. Νέος ήταν ψηλός, αθλητικός, με ακριβό αυτοκίνητο και γιατρός.Δεν φορούσε βέρα και το έκρυβε επιμελώς ότι ήταν παντρεμένος μ`ένα καλό κορίτσι.Η γυναίκα του δεν τον είχε συλλάβει επ`αυτοφόρω αλλά το διαισθανόταν. Πολλές απουσίες, αδικαιολόγητα ταξίδια μπανιαρίσματα δύο φορές την ημέρα, και παρφουμαρίσματα.
Όμως εξακολουθούσε να τον αγαπά με πάθος και έκανε πως δεν έβλεπε ούτε γνώριζε τίποτα.Ο άθλιος άνδρας τόλμησε και της ζήτησε διαζύγιο σχεδόν απροειδοποίητα με διάφορα αίολα ψευτοπροσχήματα. Η γυναίκα μετά το διαζύγιο έπεσε σε βαριά "μείζωνα κατάθλιψη."
Άρχισε να επισκέπτεται τακτικά ψυχολόγο.Ούτε ο ψυχολόγος δεν είχε την δυνατότητα να της αφαιρέσει την σκοτεινιά της ψυχής της, τον μαύρο κόσμο που έβλεπε μπροστά της, την απελπισία που κυριαρχούσε στο είναι της, για την ματαιότητα των πραγμάτων που ένοιωθε να την απογοητεύει.
Η ιδέα της αυτοκτονίας είχε καρφωθεί για τα καλά μέσα στο μυαλό της και κανείς πια δεν μπορούσε να την πείσει να μην προβεί σε τέτοια απελπισμένη και απονενοημένη κίνηση.
Κάποια ημέρα είχε ανέβει στην ταράτσα του σπιτιού της θείας της και επί μισή ώρα εκλιπαρούσε την ξαδέλφη της Μαρία, να την σπρώξει με δυνατή σπρωξιά από τον πέμπτο όροφο στο πεζοδρόμιο για να συναντήσει τους προγόνους της.
Φυσικά έντρομη η εξαδέλφη της την απέτρεψε να το κάνει.
Η Ρούλα είχε αποφασίσει να δώσει ένα τέλος αλλά φοβόταν να το κάνει μόνη της.Μήπως πίστευε ότι τελικά θα την απέτρεπε να αυτοκτονήσει αυτός που θα απευθυνόταν να της χαρίσει την "αθανασία;"Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι κρύβει ο άνθρωπος στο υποσυνείδητο του.Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου και ύψιστο το μεγαλείο του.Δεν πέρασε πολύ καιρός και βρήκε τον άνθρωπο που θα την βοηθούσε για το μεγάλο ταξίδι στο νησί του κάτω κόσμου που όλα είναι κατάμαυρα και θλιβερά και όπου η ζωή εκεί χάνεται οριστικά.Ήταν ο σαραντάρης παρκαδόρος του υπαίθριου χώρου στάθμευσης-πάρκιγκ.Ο Σήφης ήταν ένας άνδρας αγαθός μετρίου αναστήματος κοκαλιάρης με ένα μεγάλο μουστάκι κάτω από τα χείλη.Η καταγωγή του ήταν από ορεινό χωριό του Ρεθύμνου. Είχαν γίνει "κολλητοί" με την Ρούλα.Τον καλούσε στο χημείο τον κερνούσε καφεδάκι του έδινε τακτικά και μπουκάλια με κρασί που είχε στο οινολογικό της εργαστήριο.Η Ρούλα είχε καταλάβει ότι ο Σήφης ήταν¨ "ο άνθρωπος της" που μπορούσε χωρίς κόπο να τον χειραγωγήσει για τα σχέδια της.Του εκμυστηρευόταν τακτικά τον πόνο της για τον χωρισμό της με τον σύζυγο της, τον απελπισμένο έρωτα της γι`αυτόν, και την απόφαση της να δώσει ένα οριστικό τέλος στην ζωή της.Ο Σήφης της αράδιαζε λόγια παρηγοριάς αλλά εκείνη ήταν αμετάπειστη.Κάποτε ήλθε η ώρα και η στιγμή που τα πράγματα και οι καταστάσεις οδεύουν προς το τέλος.Η Ρούλα είχε προμηθευτεί ένα όπλο μικρό αλλά ακριβείας.Το έφερε στην τσάντα της όταν βγήκαν με το Σήφη βόλτα σε ερημική περιοχή.Άνοιξαν τις πόρτες του αυτοκίνητου και βγήκαν έξω.Περπάτησαν για λίγο πιασμένοι χέρι χέρι σαν ερωτευμένοι.Εκείνη κατεβάζει το χέρι στο τσαντάκι της και βγάζει το πιστόλι. Το δίνει στον Σήφη και με επιτακτικό ύφος τον διατάζει να την σημαδέψει στην καρδιά. Εκείνος αμίλητος σαν υπνωτισμένος πυροβολεί σχεδόν με κλειστά μάτια εξ επαφής κατευθείαν στο στήθος της, και η Ρούλα σωριάζεται στο έδαφος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου