Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ Η Πολυξένη καταγόταν από την Μεσαρά Ηρακλείου. Ζούσε με τις αδελφές της σε νοικιασμένο σπίτι σε μια λαϊκή γειτονιά της πόλης. Ο πατέρας των κοριτσιών ο Μανώλης ήταν αγρότης, και τους τροφοδοτούσε με τρόφιμα και πουλερικά από το χωριό. Όταν ο Μανώλης απεφάσισε να στείλει τα παιδιά του στην πόλη ,η γυναίκα του η Μαρίκα έκλαιγε μια βδομάδα. Ο Μανώλης όμως ήταν τόσο απελπισμένος, για το μέλλον των παιδιών του στις σκληρές συνθήκες του χωριού, που δεν κάμφθηκε από τις ικεσίες της Μαρίκας του. « Που θα αφήσεις μοναχές τις κοπελιές ,να γυρίζουν στην πόλη;»-«Προκειμένου να μείνουν εδώ και να παντρευτούν χωριάτη , σαν κι εμένα και να σκάβουν όλη την ημέρα στα χωράφια, καλύτερα στην πόλη. μήπως εκεί τους βοηθήσει η τύχη τους να καλοπαντρευτούν.» «Θα πηγαίνω τακτικά εγώ, να τις βλέπω θα στέλνω και τον παντρεμένο αδελφό τους τον Νικολή.»-«Ας μείνει τουλάχιστον εδώ άντρα μου, τον μικρό μας κορίτσι η Ευλαμπία.» Έμεινε η Ευλαμπία που ήταν δώδεκα χρονών και την χρονιά εκείνη τέλειωνε το δημοτικό. Θα την έστελναν με τις άλλες, δύο τρία χρόνια αργότερα. Τα μεγαλύτερα κορίτσια που ήταν πέντε και στην γειτονιά τις φώναζαν¨ «οι πέντε χάριτες», τακτοποιήθηκαν σε μια αυλή, σε λαϊκή συνοικία του Ηρακλείου. Εκεί έψαξαν αμέσως για δουλειά, γιατί η ανάγκη της πίεζε και δεν είχαν χρόνο για χάσιμο. Τα τρία κορίτσια η Πολυξένη, η Μαρία, και η Βαγγελιώ, βρήκαν εύκολα δουλειά. Σε κομμωτήριο, σε υφασματάδικο, και σε εργαστήριο ζαχαροπλαστικής. Η Κατίνα και η Βάσω με την οικονομική βοήθεια του εξαδέλφου τους Κωστή και με ένα μικρό δάνειο, άνοιξαν ένα μικρό μαγαζάκι, κάτι σαν κυλικείο, με τυρόπιτες, σάντουιτς, καφέδες κ.λ.π

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου