Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

ΠΕΖΟΓΡΑΦΗΜΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
Μία αληθινή ιστορία
"Χωρίς περίσκεψιν χωρίς λύπην χωρίς αιδώ μεγάλα και υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.Άλλο δεν σκέπτομαι¨τον νου μου τρώγει αυτή η τύχη. Διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον. Α όταν έκτιζαν τα τείχη πως να μην προσέξω.Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Ανεπαισθήτως μ`έκλεισαν από τον κόσμον έξω." Κ.Π.Καβάφης 1896-1904 Αυτοδίδακτα έμαθα τη ζωή. Τα γράμματα τα σπούδασα στο πεζοδρόμιο. Πέτρα πάνω στην πέτρα με χώμα νερό και πηλό, τον κόσμο μου έφτασα ως τον ουρανό. Μετά τον διέλυσα, για να τον δημιουργήσω ξανά.
Αυτά που διδάχθηκα είναι όλα πλάνες. Ακόμη στην αρχή βρίσκομαι καταδικασμένος στο μαρτύριο του Σισύφου. Μ.Δ
Πριν μεγαλώσω και γίνω πατέρας τριών παιδιών, και παππούς δύο αξιαγάπητων εγγονιών υπήρξα κι εγώ παιδί. Οι αλησμόνητοι γονείς μου μετανάστευσαν το 1955, όταν εγώ ήμουν εφτά ετών, από τα φτωχά και ορεινά Σφακιά, στην πόλη των Χανίων. Θέλησαν για τα παιδιά τους, να ζήσουν καλύτερη ζωή.
Αυτοί έζησαν μια δύσκολη αλλά και πλούσια σε γεγονότα ιστορική περίοδο. Μικρασιατική καταστροφή, δικτατορία Μεταξά,
Γερμανική κατοχή, και εμφύλιο. Η ζωή στα χωριά την εποχή εκείνη ήταν γεμάτη στερήσεις ανέχεια αγραμματοσύνη και. φτώχεια. Οι γονείς μου πήγαν μονάχα δύο με τρις τάξεις του δημοτικού. Τα βάσανα τα δικά τους δεν θέλησαν να τα περάσουν τα παιδιά τους. Κάθε γενιά όμως γράφει την δική της ιστορία ασχέτως από τις επιθυμίες των γονέων. Φθάνουμε λοιπόν στη πόλη των Χανίων μια ημέρα ανοιξιάτικη τον Μάη του 1955.Αμυδρά θυμάμαι ότι όλοι η οικογένεια ήρθε με ένα φορτηγό μαζί με τα έπιπλα του σπιτιού. Ο πατέρας μου αγόρασε ένα παλαιό σπίτι στις παρυφές της πόλης μαζί μένα στρέμμα χωράφι. Η οικογένεια μας αποτελείτο από έξη παιδιά αγόρια και κορίτσια, την γιαγιά μου , και τους γονείς μου. Το σπίτι ήταν μικρό και κοιμόμασταν σχεδόν ο ένας πάνω στον άλλο. Η τουαλέτα ήταν έξω από το σπίτι. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε και είμαστε οι πρώτοι στην γειτονιά, που βάλαμε ηλεκτρικό ρεύμα. Σχολείο δεν υπήρχε κοντά, και πηγαίναμε σένα σχολείο μισή ώρα δρόμο με τα πόδια. Ήμασταν πολλά παιδιά από την γειτονιά, μαζί, και σχεδόν καθόλου αυτοκίνητα και δεν υπήρχε κίνδυνος δυστυχήματος. Η τάξη αποτελείτο από 70 με 80 μαθητές και προσπαθούσε με υπεράνθρωπες προσπάθειες να τα βγάλει πέρα, η πανικόβλητη δασκάλα μας. Την εποχή εκείνη επειδή ήμασταν υποσιτισμένα τα παιδιά, λόγω φτώχειας ερχόταν βοήθεια από τον ΟΗΕ, και γινόταν διανομή στα σχολεία. Έδιναν σε κάθε παιδί, από ένα ποτήρι γάλα, ένα κομμάτι κίτρινο τυρί, και μια φετούλα με βούτυρο. Το δημοτικό σχολείο το τέλειωσα το 1960. Υπήρξα μαθητής του 9, τότε που οι δάσκαλοι ήταν αυστηρότατοι. Μπορεί να ήμουν μικρό παιδί αλλά δεν σημαίνει ότι δεν γνώριζα την οικογενειακή μας κατάσταση. Ότι ο πατέρας μου ήταν φιλάσθενος και τις περισσότερες μέρες άνεργος, ότι ο μεγαλύτερος αδελφός μου ήταν πλανόδιος οπωροπώλης με καροτσάκι, ότι μια αδερφή μου έφυγε εκτός Κρήτης να ζήσει μαζί σε συγγενείς και ότι οι άλλες αδελφές μου δούλευαν όπου μπορούσαν για να βγάζουν τα έξοδα τους. Ήταν μοιραίο και θάλεγα «φυσιολογικό» όντας χωρίς ουσιαστική προστασία και καθοδήγηση από γονείς πάμπτωχους, να βγω κι εγώ στην δουλειά μόλις τέλειωσα το δημοτικό. Και ένα ωραίο πρωινό που κελαηδούσαν τα πουλιά και έλαμπε ο ήλιος του καλοκαιριού, βγήκα στη πιάτσα. Ήμουν μόλις δώδεκα χρονών. Σήμερα αυτό θα το λέγαμε παιδική εκμετάλλευση. Ποιος όμως εκμεταλλευόταν ποιόν; Τα παιδιά των φτωχών οικογενειών τότε εργαζόταν από μικρά. Οι γονείς τα έστελναν σε διάφορα επαγγέλματα να μάθουν την δουλειά. Εγώ βγήκα ως πλανόδιος μικροπωλητής στους δρόμους και τα σοκάκια των Χανίων. Η οικογένεια είχε ανάγκη από χρήματα. Μέχρι να πάω στο στρατό φαντάρος- τότε πηγαίναμε 20 χρονών- πουλούσα ¨κουλούρια, και παγωτά το καλοκαίρι, γλυκά το χειμώνα, σουβλάκια, καλαμπόκια βραστά, και μέχρι και ψιλικά. Μεγαλώνοντας έβλεπα μερικούς συμμαθητές μου που πήγαιναν στο γυμνάσιο και τους ζήλευα. Άρχισα να ντρέπομαι και να νοιώθω μειονεξία. Ήταν και η γειτόνισσα η κακούργα της ψυχής μου δολοφόνισσα. Θα ήμουν γύρω στα δεκαέξι όταν εντελώς τυχαία άκουσα ένα διάλογο που είχε με το παιδί της¨ «Παιδί μου του είπε να πας στο γυμνάσιο να μάθεις γράμματα. Να μη καταντήσεις σαν τον Μανούσο να πουλάς στους δρόμους παγωτά.» Βλαστήμησα την τύχη μου για την ζωή μου τούτη, έσφιξα τα δόντια και συνέχισα την πορεία μου. Στα δεκαέξι μου επίσης θυμάμαι με συγκίνηση να αποχαιρετούμε την μεγαλύτερη κατά δέκα περίπου χρόνια αδελφή μου, από το λιμάνι της Σούδας. Έφυγε για το Μόντρεαλ για να συναντήσει τον υποψήφιο γαμπρό να τον παντρευτεί. Η γνωριμία ήταν μέσω φωτογραφιών και αλληλογραφίας. Δείτε σχετικά την ρεαλιστική ταινία του αξιόλογου σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη με τίτλ飼Οι νύφες» Όταν έγινα δεκαοκτώ αποβίωσε ο πατέρας μου και τον ίδιο καιρό έπαθε εγκεφαλικό η μητέρα μου. Ύστερα από λίγο καιρό πεθαίνει και η αγαπημένη μου γιαγιά από τον καημό της. Για λίγο διάστημα θλίψη πόνος και απελπισία. Όταν είσαι νέος σφίγγεις και ξανασφίγγεις τα δόντια, πνίγεις την πίκρα και τον καημό σου και προχωράς. Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να προχωρήσω με τα γράμματα θέλησα να μορφωθώ μόνος μου. Άρχισα να διαβάζω βιβλία με πάθος. Πήγα και σε φροντιστήριο Αγγλικών μερικές τάξεις πριν πάω στο στρατό. Όταν απολύθηκα από τον στρατό ασχολήθηκα με εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις μέχρι την σύνταξη μου. Έγινα και συγγραφέας, σε λογοτεχνία και ποίηση, καθώς και αρθρογράφος στον τοπικό τύπο. Όταν κυκλοφόρησα την πρώτη μου ποιητική συλλογή είχα γράψει στο οπισθόφυλλο ένα πρόχειρο βιογραφικό. Στο βιογραφικό έγραφα ότι τέλειωσα μονάχα το δημοτικό. Μέσα μου αισθανόμουν υπερήφανος
επειδή κατάφερα μόνος μου να μάθω γράμματα ως αυτοδίδακτος, να κάνω οικογένεια παιδιά επιχείρηση ,και περιουσία. Μου χάλασε για λίγο την διάθεση κάποιος πνευματικός άνθρωπος των Χανίων, όπου του είχα δώσει μια ποιητική μου συλλογή. Μου λέει ¨ «Μη λες ότι τέλειωσες μονάχα το δημοτικό γιατί θα σε κοροϊδεύουν.» Λυπούμαι να πω ότι υπάρχει στην κοινωνία προκατάληψη, για εκείνους που έχουν ταπεινή καταγωγή. Είναι η προκατάληψη της κυρίαρχης ιδεολογίας. Μερικοί νομίζουν ότι όταν κάποιος θέλει να μορφωθεί και να καλλιεργήσει τον εαυτόν του δεν μπορεί να το κάνει διαβάζοντας μόνος του. Πρέπει να έχεις την βούλα του πτυχίου για να σε θεωρήσουν εγγράμματο. Γιαυτό έχουμε τόσους ημιμαθείς πτυχιούχους από τα πανεπιστήμια μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου