Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

ΔΙΗΓΗΜΑ
ΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
"Φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τραγούδι
για τους καημούς σου, που σεργιανούν στη γειτονιά
Φτωχολογιά, που απ’ τον πηλό πλάθεις λουλούδι,
και τους καημούς σου τους πλέκεις ψιλοβελονιά."
Λευτέρης Παπαδόπουλος
Στην αυλή η νοικοκυρά έσπρωχνε τα καυσόξυλα στην παραστιά που βρισκόταν σε μια γωνία του τοίχου, για να φουντώσει και να ροδίσουν οι μπριζόλες πού ήταν πάνω στην ψησταριά.Το βράδυ περίμενε η οικογένεια καλεσμένους για τον υποτιθέμενο αρραβώνα.Αυτός δεν ήταν αληθινός αρραβώνας.Ο γαμπρός ήταν απών.Όλα ήταν ένα στήσιμο, ήταν μια εικονική πραγματικότητα.Ο νέος κατοικούσε μαζί με την πατρική του οικογένεια ως μετανάστης στο "νιού γιόρκ" στις Η.Π.Α προ πολλών ετών."Ο "αρραβώνας" υποστήριζε η νοικοκυρά του σπιτιού στα μικρότερα παιδιά της ότι¨ "γινόταν για τα μάτια του κόσμου." "Για την γειτονιά καλέ" "Να μην φύγει στα ξένα μόνη η αδελφή σας, χωρίς μία υπόσχεση γάμου κι ένα δαχτυλίδι στο δάκτυλο της το φτωχάκι μου." "Να μην μας πιάσει η γειτονιά στο στόμα της, για να έχει επί ημέρες να κουτσομπολεύει." Το προξενιό το είχαν προκαλέσει στενοί συγγενείς του γαμπρού. Ήθελε λέει να παντρευτεί ένα κορίτσι από τον τόπο του, να μιλούν την ίδια γλώσσα να έχουν τα ίδια ήθη και έθιμα¨ "για να μπορεί να ζήσει μαζί της μια ζωή." Μια ζωή μαζί ζούσαν τότε τα παντρεμένα ζευγάρια έστω κι αν καταλάβαιναν εντέλει ότι "μιλούν μεταξύ τους άλλη γλώσσα." Κατάπιναν τις διαφορές τους και κουτσά στραβά συνέχιζαν την ζωή τους.Στην Δανάη δεν ήταν της τύχης της γραφτό να μείνει στην πόλη που μεγάλωσε το Ηράκλειο.Είχε φθάσει στα τριάντα και εθεωρείτο γεροντοκόρη. Έπρεπε επειγόντως να βρεθεί γαμπρός για να δώσει την σειρά της στα τέσσερα ακόμη κορίτσια που περίμεναν με ανυπομονησία.Ήταν κι αυτή παράξενη κοπέλα.Ψηλομύτα και ονειροπόλα.Στην φαντασία της είχε πλάσει έναν ψηλό και όμορφο πρίγκηπα να την έχει ερωτευτεί παράφορα και να της εξομολογείται γονατιστός ερωτικά ποιήματα και όρκους αιώνιας πίστεως. Ότι ζούσε σε δύο δωμάτια με τα έξη αδέλφια της, τους γονείς της και τον ασθενή παππούλη της δεν το θεωρούσε καθόλου εμπόδιο. Ούτε ότι δεν ήταν κόρη εστεμμένου αλλά εργάτη οικοδομών.Ήταν και το εμπόδιο της προίκας αλλά και της αυστηρότητας των ηθών.Από συντηρητική οικογένεια του χωριού η Δανάη μεγαλωμένη με αυστηρές ηθικές αρχές δεν τολμούσε να κοιτάξει τους νέους στα μάτια. Η προξενήτρα της περιοχής, της έφερε μερικούς νέους υποψηφίους γαμπρούς και λιγότερο νέους. Ήταν όμως το μεγάλο εμπόδιο της προίκας "σε μετρητά" ή "ένα σπίτι" που δεν υπήρχε και δεν έβρισκαν άκρη. Η Δανάη είχε απελπιστεί ότι θα έμενε στο ράφι σαν γεροντοκόρη και θα στιγματιζόταν. Και είχε αρχίσει αλληλογραφία με νέους Έλληνες από όλο τον κόσμο, που επιζητούσαν με νέες κοπέλες γνωριμία και αλληλογραφία μέσω λαϊκών περιοδικών ευρείας κυκλοφορίας όπως το "Ρομάντζο." Η αλληλογραφία της πήγαινε καλά αλλά επί του πρακτέου "τίποτα νεότερο από το γαμπρικό μέτωπο." Η περίπτωση του Κρητικού γαμπρού από την νέα Υόρκη την ξάφνιασε ευχάριστα. Ο γαμπρός ήταν μετανάστης πρώτης γενιάς και ακόμη έπλενε πιάτα στα εστιατόρια για να επιβιώσει.Έκανε και δεύτερη δουλειά και είχε κομπόδεμα. Ετοιμαζόταν σύντομα να ανοίξει το δικό του εστιατόριο στην περιοχή της "Αστόρια" που κατοικούσε η Ελληνική παροικία.Προς το παρόν ζούσε με τα αδέλφια του και με τις γυναίκες τους στριμωγμένος σ`ένα άθλιο διαμέρισμα παλιάς πολυκατοικίας.
Ήλθαν εκείνο το βράδυ οι συγγενείς του Ελληνοαμερικανού γαμπρού και πέρασαν το δακτυλίδι στο χέρι της Δανάης εκ μέρους του. Έφαγαν ήπιαν τραγούδησαν μαντινάδες, και ριζίτικα της τάβλας,και αναχώρησαν ευχαριστημένοι.
Οι συμπτώσεις όμως και η διαβολεμένη τύχη δεν αφήνει τον κόσμο στην ησυχία του.
Η Δανάη εργαζόταν ως πωλήτρια σ`ένα κεντρικό βιβλιοπωλείο στην πόλη του Ηρακλείου κοντά στην πλατεία των Ενετικών λιονταριών. Την ώρα που σχολούσε παρατήρησε ότι την ακολουθούσε σιωπηλά ένας όμορφος ψηλός μελαχροινός με σγουρά μαλλιά νέος άνδρας.Την επομένη εισήλθε στο βιβλιοπωλείο όπου εργαζόταν και με πρόσχημα ότι θέλει να ψωνίσει χαρτικά και ένα βιβλίο λογοτεχνίας της έπιασε την κουβέντα. Επί δέκα ημέρες ερχόταν καθημερινά να αγοράσει έστω κι ένα στυλό διαρκείας μονάχα για να την συναντήσει.Κι εκείνης της άρεσε ο νεαρός κι άρχισε με δισταγμό να βγαίνει μαζί του.Του εκμυστηρεύτηκε τον πόνο της. "Ότι αρραβωνιάστηκε εικονικά κάποιον χωρίς να τον γνωρίζει κάτω από την πίεση των δικών της.Ότι για να μην στενοχωρήσει την οικογένεια της θα αναγκαζόταν να ταξιδέψει για την Αμερική."
-"Σώπα αγάπη μου." Της έκλεισε τα χείλη ο νέος που το όνομα του ήταν Αρτέμιος.
-"Τώρα που σε γνώρισα δεν θα σε αφήσω να φύγεις." "Θα κλεφτούμε και θα φύγουμε για λίγο στην Αθήνα." "Θα επιστρέψουμε παντρεμένοι και θα αναγκαστούν οι δικοί σου να δεχτούν εκ των πραγμάτων το γάμο μας." Η Δανάη τον αγκάλιασε και τον φίλησε ευτυχισμένη.Δεν περίμενε ούτε στα πιο απίθανα όνειρα της ότι θα παντρευόταν τον "πρίγκηπα" των ονείρων της. 
ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου