ΒΑΣΙΛΙΑΣ Κάποτε ήτανε ένα βασιλιάς με κουρέλια στην κοιλιά
έτρωγε φακές , και σκόρδα, φασολάκια κάθε βράδυ,
έπαιζε πορδές τη νύχτα και ρεβόταν στο σκοτάδι.
Είχε δέκα υπηρέτες, και είκοσι χονδρές γυναίκες.
Βόλτες έκανε στην πόλη , κι οι ζητιάνοι προσκυνούσαν
και τον Θεό παρακαλούσαν, να τους δίνει ο βασιλιάς
έστω τα παλιά του ρούχα.
Κι ας ήτανε γεμάτα μούχλα.
Μια φορά και ένα καιρό , στης ακρίβειας τον καιρό,
ήτανε ένα ξυπόλητο παιδάκι , που πήγαινε στο σχολειό.
Για να το προσέξουν τα άλλα τα παιδιά Τους είπε να το φωνάζουν βασιλιά..
Γύριζε ο βασιλιάς κάμπους βουνά και
ρούγες με ένα πίθηκο αγκαλιά
σαν την μεγάλη του κοιλιά.
Κοιμόταν σε παγκάκια ,σε καλύβες ,
έτρωγε ξερό ψωμί, κι έπινε νερό από κολύμπες.
Άρχοντα και βασιλιά με τη μεγάλη
τη καρδιά, λύσε μας το αίνιγμα «χίλιοι μύριοι καλογέροι
σε ένα ράσο τυλιγμένοι»,
που κοιμούνται οι καημένοι.;
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
ΕΥΘΥΒΟΛΑ ΚΑΙ ΜΗ
Πριν από 1 ημέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου