Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

Μαρτίου 2011 Κόνραντ Λόρεντζ (1903-89) Αυστριακός ζωολόγος, Bραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής 1973 O Κόνραντ Λόρεντζ, ενστικτoδιστής, συνοδευόμενος από τις… πάπιες του, τα ψάρια και μερικούς ανθρώπους, θεωρώντας δεδομένη την συγγένεια του ανθρώπου με άλλα ζωικά είδη, εργάστηκε πειραματικά στο ζωικό βασίλειο, για να επισημάνει τους βασικούς νόμους της συμπεριφοράς. Επιθετικότητα: ένα θεμελιώδες ανθρώπινο ένστικτο Πολλές έρευνες κοινωνιοβιολόγων στον χώρο των ζώων, και κυρίως των γορίλλων –ως πλησιεστέρων του ανθρώπου-, έχουν αποδείξει ότι η επιθετικότητα είναι ενστικτώδες χαρακτηριστικό των όντων (Lorenz Konrad: “Aggression”, 1969). Eπιβεβαίωσε, τον Ησίοδο, που 28 αιώνες πριν είχε διακρίνει την εμφύλια διαμάχη (που θεωρούσε πάντα αξιοκατάκριτη), από την έριδα μεταξύ διαφορετικών φυλών (η οποία, αν και κακή θεωρείτο αξιέπαινη, διότι γίνεται κατά θεία επιταγή). (βλ. «Έργα και Ημέραι», 11-26). Μέσα στο βιβλίο του για την επιθετικότητα, ο Λόρεντζ προσπαθεί να απογυμνώσει το πρόβλημα από τις συγκινησιακές συνιστώσες του και να χαράξει τις φυλογενετικές ρίζες της επιθετικής ορμής, να διασαφηνίσει τις συνθήκες που επιδρούν σ’ αυτήν, τις επιδράσεις της κ.λπ. Θεωρεί την επιθετικότητα όχι ως ένα «ένστικτο θανάτου», κατά την φροϋδική αντίληψη, αλλά ως μία φυσιολογική διάθεση σε κάθε είδος και κάθε ζωντανό οργανισμό. «Ο λύκος είναι λιγότερο επιθετικός κι από το περιστέρι!» Ως προς τούτο, ο Λόρεντζ είναι απόλυτος: η μελέτη της επιθετικότητος απαιτεί ν’ απαλλαγεί κανείς από κάθε ανθρωπομορφισμό. Δεν υπάρχουν πλέον «αλαζονικές» καμήλες, ούτε αετοί με «αγριωπό βλέμμα», ούτε «καλοκάγαθα» κουνελάκια ή «μοχθηροί» σκίουροι. Το λιοντάρι δεν είναι περισσότερο «κακό» απέναντι στην αντιλόπη την οποία καταβροχθίζει, από όσο είναι η αγελάδα απέναντι στο χορτάρι, το οποίο βόσκει και μηρυκάζει. Η επιστημονική εμπειρία, αντιθέτως, επιβεβαιώνει ότι οι επιθετικές διαθέσεις είναι πολύ εντονώτερες στα κουνέλια, τα ζαρκάδια και στα περιστέρια, παρά στους λύκους και στα λιοντάρια. Ο λόγος είναι απλός: στα πιο «άγρια» είδη, οι μηχανισμοί που καταστέλλουν την επιθετικότητα είναι επίσης οι πιο ισχυροί. Απεναντίας, τα πιο αδύνατα άτομα είναι εκείνα που αποκαλύπτονται πιο «κακά»: καθώς καταλαμβάνονται από τον φόβο και, καθώς δεν διαθέτουν την απαιτούμενη δύναμη για να πολεμήσουν με έναν τρόπο σαν να κάνουν σπορ (δηλ. τελετουργικό), είναι τα πρώτα που αποφασίζουν να μεταπηδήσουν από την τελετουργική μάχη στην εξοντωτική. Πολύ περιγραφικός επ’ αυτού είναι ο Κριστόφ Στολοβίκι: «Οι λύκοι, παραδείγματος χάριν, δεν θα αποτελειώσουν ποτέ ένα ομοειδές ζώο το οποίο δηλώνει υποταγή. Αρκεί, επάνω στην μάχη την πιο λυσσαλέα, το ζώο που φαίνεται να νικιέται, να αποσύρει τα όπλα του –στην προκειμένη περίπτωση τους κοφτήρες του-, από τον αντίπαλό του και να του παρουσιάσει αντιθέτως το πιο τρωτό μέρος του σώματός του, την καρωτίδα αρτηρία, ώστε ο νικητής να σταματήσει αμέσως την ορμή του» (Christophe Stolowicki: “Konrad Lorenz, Le Fordateur de l’ ethologie moderne”, στο Psychologie, Ιούν. 1971). «Επιθετικότητα ίσον βία; Όχι απαραίτητα!» Για τον Λόρεντζ, η ταύτιση της επιθετικότητας με την βία αποτελεί αυθαιρεσία. Ο ίδιος, ουδέποτε εξέφρασε ένα «εγκώμιο της βίας», όπως εσφαλμένως κατηγορήθηκε. Αντιθέτως, γράφει: «Η βία είναι το πιο μεγάλο από τα παγκόσμια προβλήματα και επίσης το πιο ανησυχητικό». Για τον Φρόϋντ, η επιθετικότητα ισοδυναμεί με ένστικτο του θανάτου, ενώ στην Melani Klein, η λέξη «επιθετικότητα» είναι ισοδύναμη του σαδισμού. Κατά τον ίδιο τρόπο, κάθε μορφή βίας είναι επίθεσις, αλλά κάθε επίθεσις δεν είναι βία!» (Friedrich Hacker: “Aggression/violence dans le monde moderne”, Calmann-Levy, 1972). Ήδη από το 1784, ο Εμμανουήλ Κάντ είχε αναγνωρίσει τις θετικές πλευρές της επιθετικότητας. Ο Κόνραντ Λόρεντζ δείχνει ότι η επιθετική συμπεριφορά δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στην εξάλειψη ή στην εξόντωση, αλλά ότι αποτελεί την βάση κάθε δημιουργικής συμπεριφοράς, κάθε επιθυμίας να «επιδοθεί» κανείς σε κάποιο πράγμα, για να βγάλει από αυτό κάποια μορφή, ένα έργο ή μια ιδέα, κάθε δραστηριότητας βιομηχανικής ή επιστημονικής, κάθε συναγωνιστικότητας. Για τον Λόρεντζ, κάθε θέληση για μάθηση, κάθε όρεξη για ανακάλυψη και εξερεύνηση - από την εκτόξευση ενός πυραύλου, μέχρι την ανάγνωση ενός βιβλίου, όλα αυτά πηγάζουν, σε διάφορους βαθμούς, από την επιθετικότητα. Δεν ισοδυναμεί, λοιπόν, κάθε μορφή επιθετικότητος, με την βία. Μαθαίνουμε το 99% των μαθηματικών μέσω της εκπαίδευσης. Όμως η πιο ουσιαστική ικανότητα, η «αίσθηση των αριθμών», υπάρχει ήδη από τη βρεφική ηλικία. «Ο Θεός δημιούργησε τους ακέραιους αριθμούς, οι υπόλοιποι είναι δημιούργημα του ανθρώπου». Αυτό υποστήριζε το 1800 ο Γερμανός μαθηματικός Λέοποντ Κρόνεκερ. Διαμαρτυρόταν γιατί τα μαθηματικά είχαν γίνει πολύ αφηρημένα, και ήθελε να επανεκτιμήσει την πιο ουσιαστική έννοιά τους, την έννοια του αριθμού. Σήμερα οι νευροεπιστήμες φαίνονται να τον δικαιώνουν, καθώς πολλά πειράματα αποδεικνύουν ότι η «αίσθηση των αριθμών», δηλαδή η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε με άμεσο τρόπο την ιδιότητα του πολυάριθμου (για μικρές ποσότητες), είναι έμφυτη στον άνθρωπο. Σύμφωνα μάλιστα με κάποιους επιστήμονες, ίσως ακόμα και ο οικουμενικός χαρακτήρας των μαθηματικών γεννήθηκε από αυτό, από τη δομή του εγκέφαλου, που μας αναγκάζει να συλλογιζόμαστε με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Δύσπιστα πουλιά Η αίσθηση των αριθμών υπάρχει και στα ζώα. Ένα αρπακτικό αντιλαμβάνεται πολύ καλά αν η λεία του είναι μόνη, σε ζευγάρι ή σε κοπάδι. Ο Αυστριακός ηθολόγος Κόνραντ Λόρεντζ (1903-1989) το απέδειξε με σαφήνεια. Ο Λόρεντζ κρυβόταν σε μια καλύβα, για να παρατηρήσει τις καλιακούδες, όμως εκείνες αντιλαμβάνονταν την άφιξή του και πετούσαν μακριά. Τότε ο Λόρεντζ επέστρεφε με ένα φίλο, που έμενε για λίγο μαζί του και μετά έβγαινε από την καλύβα: όμως οι καλιακούδες δεν ξεγελιούνταν, καθώς γνώριζαν ότι ένα άτομο παρέμενε μέσα στην καλύβα. Ο Λόρεντς δοκίμασε με 2 και 3 άτομα, μετά με 4, αλλά χωρίς επιτυχία. Στο τέλος, πήγε στην καλύβα με άλλα 5 άτομα: όταν αυτοί έφυγαν, επιτέλους οι καλιακούδες άρχισαν να ξανάρχονται. Ο Λόρεντζ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτά τα πουλιά διέκριναν το 5 από το 4 αλλά όχι το 6 από το 5. Αριθμοί ή προσανατολισμός; Οι καλιακούδες, λοιπόν, ήταν σαν να μετρούν «1, 2, 3, 4... πολλοί». Περιέργως, στην Αμαζονία υπάρχουν φυλές που κάνουν κάτι παρόμοιο. Οι Μουντουρούκου, για παράδειγμα, μετρούν μέχρι το 4 και για μεγαλύτερες ποσότητες χρησιμοποιούν τη λέξη «πολλοί». Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι οι διανοητικές ικανότητές τους είναι κατώτερες από τις δικές μας, απλώς ότι έχουν προσαρμοστεί σε ένα περιβάλλον όπου περίπλοκες ικανότητες υπολογισμού δεν προσφέρουν κάποιο ιδιαίτερο πλεονέκτημα στην καθημερινή ζωή. Σύμφωνα με τον Γάλλο γλωσσολόγο Πιέρ Πίκα που τους μελέτησε, οι Μουντουρούκου θα αρνούνταν να μάθουν να μετρούν, γιατί η εκμάθηση αυτής της ικανότητας θα σήμαινε την αποποίηση μιας άλλης (όπως την ικανότητα προσανατολισμού) που είναι απαραίτητη για την επιβίωση στο δάσος. Πόσες καραμέλες... Από τις έρευνες προκύπτει πράγματι ότι οι Μουντουρούκου γνωρίζουν την έννοια του σημείου, της γραμμής, της παραλληλίας, της απόστασης και της γωνίας. Διακρίνουν με προσεγγιστικό τρόπο την ποσότητα, όμως δεν καταφέρνουν να μετρήσουν ακριβώς. Ως προς αυτό μοιάζουν αρκετά με τα παιδιά 6-7 ετών. Τα πειράματα δείχνουν ότι τα παιδιά σε αυτή την ηλικία, παρʼ όλο που δε γνωρίζουν ακόμα να μετρούν καλά, συχνά απαντούν με ακρίβεια σε ερωτήσεις του είδους: «Αν έχεις 27 καραμέλες και σου δώσω άλλες 26, θα έχεις περισσότερες από 38;». Ακόμα και τα βρέφη λίγων μηνών φαίνεται πως διαθέτουν την αίσθηση των αριθμών. Αν κοιτούν ένα κουτί όπου, για παράδειγμα, τοποθετούνται στην αρχή 5 αντικείμενα και στη συνέχεια άλλα 5, περιμένουν να βρουν μέσα 10. Αν κάποιος τους κρύψει τα μισά, τα μωρά κοιτούν ενοχλημένα, γιατί παρατηρούν την αντίφαση. Η γεωγραφία του εγκέφαλου Για να ρίξουν φως στον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος αντιδρά στους αριθμούς και τις ποσότητες, ο Αντρέας Νίντερ και ο Ερλ Μίλερ μελέτησαν τους μακάκους στο ΜΙΤ της Βοστόνης (ΗΠΑ). Συνέδεσαν ηλεκτρόδια στους εγκεφάλους τους (σε περιοχές που αντιστοιχούν στον μετωπιαίο και διαβρεγματικό φλοιό των ανθρώπων) και τους έβαλαν μπροστά σε μια οθόνη. Οι πίθηκοι έπρεπε να κοιτάξουν δύο διπλανές εικόνες, που περιείχαν ένα συγκεκριμένο αριθμό από μπαλίτσες, και να βρουν τις διαφορές. Είχαν εκπαιδευτεί να τραβούν ένα μοχλό κάθε φορά που οι δύο εικόνες περιείχαν τον ίδιο αριθμό από μπαλίτσες. Κάθε αριθμός έχει το νευρώνα του Κατά τη διάρκεια της άσκησης, οι συνδεδεμένες περιοχές ενεργοποιούνταν. Και, επιπλέον, κάποιοι νευρώνες αντιδρούσαν στην παρουσία 3 μπαλών, άλλοι στην παρουσία 4... Υπάρχουν, λοιπόν, νευρώνες που ευθύνονται για την αναγνώριση των επιμέρους αριθμών, τουλάχιστον για μικρούς αριθμούς. Η Μανουέλα Πιάτσα, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο, και ο Στάνισλας Ντεχάιν, καθηγητής στο Κολέζ Ντε Φρανς του Παρισιού, πραγματοποίησαν παρόμοιες μελέτες στον άνθρωπο. Με τη μαγνητική τομογραφία, είδαν ότι και στο δικό μας εγκέφαλο ενεργοποιείται μια συγκεκριμένη περιοχή, οι διαβρεγματικές αύλακες και των δύο ημισφαιρίων. Αυτό θα ήταν, λοιπόν, το πιο παλιό, το αρχέγονο σημείο όπου εδράζεται η εγγενής αίσθηση των αριθμών. Οι επιστήμονες είδαν ότι η ίδια περιοχή ενεργοποιείται όχι μόνο μπροστά σε μπαλάκια (όπως στους πιθήκους) αλλά και σε σύμβολά, όπως το 7 ή το 4. Η αίσθηση των αριθμών, λοιπόν, είναι εγγενής και εκδηλώνεται σε μια συγκεκριμένη εγκεφαλική περιοχή, στην οποία συνδέονται άλλοι νευρώνες κατά τη διάρκεια των σταδίων της μάθησης. Μια ανθρώπινη γνώση Για τον προϊστορικό άνθρωπο, η πρώτη μορφή μάθησης αυτής της αίσθησης ήταν η μέτρηση. Η μέτρηση είναι διαφορετικό πράγμα από την αίσθηση των αριθμών, γιατί υπερβαίνει την άμεση αντίληψη. Οι πρόγονοί μας άρχισαν να μετρούν πριν από 30.000 χρόνια, όπως υπαινίσσονται τα χαραγμένα οστά που βρέθηκαν στην Τσεχοσλοβακία και στο Κονγκό. Δε γνωρίζουμε ποιο ήταν το επόμενο βήμα. Όμως φαίνεται ότι τα μαθηματικά γεννήθηκαν πριν από τη γραφή. Όλες οι γραπτές μαρτυρίες που έχουμε μιλούν για ήδη «γεννημένα» μαθηματικά. Έπειτα αυτή η γνώση έγινε όλο και πιο αφηρημένη... μέχρι που σήμερα δεν αρκούν οι ικανότητες υπολογισμού, για να θεωρείται κάποιος καλός μαθηματικός. Όμως, εξακολουθεί να υπάρχει ένα μυστήριο: γιατί τα μαθηματικά είναι οικουμενικά; Και γιατί μπορούν να περιγράφουν τόσο καλά τον κόσμο; Προφανώς γιατί ο εγκέφαλός μας έχει εξελιχτεί με βάση τον εξωτερικό κόσμο οπότε και ο μαθηματικός πολιτισμός μας (προϊόν του εγκέφαλου) εξελίχτηκε, για να ανταποκρίνεται στο φυσικό κόσμο. «Εμείς δημιουργήσαμε τα μαθηματικά, είναι προϊόν του μυαλού μας, του σώματός μας», υπογραμμίζει ο Τζορτζ Λακόφ, γλωσσολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ (ΗΠΑ). «Τα άλλα έμβια όντα θα μπορούσαν να έχουν μια τελείως διαφορετική γνώση των μαθηματικών, αν υποθέσουμε ότι διαθέτουν». Αναρτήθηκε από Dimitris Tziolas στις 4:58 π.μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου