Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

― όπως μου φαίνεται, καθόλου δυσάρεστο δε θα ήταν αυτό· και, το κυριότερο, θα περνούσα το χρόνο μου ρωτώντας και εξετάζοντας τους ανθρώπους εκεί, όπως έκανα και με τους ανθρώπους εδώ, ποιος από αυτούς είναι σοφός και ποιος νομίζει ότι είναι, αλλά δεν είναι. Και τι δε θα έδινε κανείς, δικαστές, για να κάνει ερωτήσεις σε αυτόν που οδήγησε τη μεγάλη στρατιά στην Τροία, τον Αγαμέμνονα, ή στον Οδυσσέα ή στο Σίσυφο ή σε χιλιάδες άλλους άνδρες και γυναίκες; Να συναναστραφεί και να συζητήσει μαζί τους και να τους ρωτήσει θα ήταν η υπέρτατη ευτυχία. Τουλάχιστον αυτοί που μένουν εκεί δε σκοτώνουν ανθρώπους για αυτόν το λόγο. Γιατί και ως προς τα άλλα είναι πολύ ευτυχέστεροι αυτοί που βρίσκονται στον κάτω κόσμο από αυτούς που βρίσκονται εδώ και έχουν ήδη κατακτήσει την αθανασία για το μέλλον, αν βέβαια αληθεύουν αυτά που λέγονται. Αλλά και εσείς πρέπει, δικαστές, να είστε πολύ αισιόδοξοι σε ό,τι αφορά το θάνατο και να σκέφτεστε ότι ένα πράγμα είναι αλήθεια, ότι δηλαδή κανένα κακό δεν μπορεί να βρει τον καλό άνθρωπο, ούτε όσο ζει ούτε όταν πεθάνει, και ότι οι θεοί νοιάζονται για αυτόν. Ούτε όλα αυτά που μου συνέβησαν έγιναν από μόνα τους, αλλά σε μένα είναι φανερό αυτό, ότι δηλαδή τώρα πια είναι καλύτερο για μένα να πεθάνω και να απαλλαγώ από τις έγνοιες. Για αυτό και το θεϊκό σημάδι δε με απέτρεψε καθόλου και για αυτό δεν αγανακτώ με αυτούς που ψήφισαν εναντίον μου και με τους κατηγόρους, παρόλο που δεν ήταν με αυτή την πρόθεση που ψήφισαν εναντίον μου και με κατηγόρησαν, αλλά νομίζοντας ότι με βλάπτουν. Για αυτό αξίζουν να τους κατηγορήσει κανείς. Όμως αυτό μόνο θα τους παρακαλέσω. Τους γιους μου, Αθηναίοι, όταν φτάσουν στην εφηβεία, τιμωρήστε τους στενοχωρώντας τους όπως ακριβώς σας στενοχωρούσα εγώ, αν σας φανεί πως φροντίζουν για χρήματα ή για οτιδήποτε άλλο παρά για την αρετή και αν νομίζουν ότι είναι κάτι σπουδαίο ενώ δεν είναι τίποτε· σε αυτή την περίπτωση να τους επιπλήττετε όπως σας επέπληττα εγώ, γιατί δε φροντίζουν για όσα πρέπει και νομίζουν ότι αξίζουν κάτι ενώ δεν αξίζουν τίποτε. Αν τα κάνετε αυτά, δίκαια θα έχετε φερθεί και σε μένα τον ίδιο και στους γιους μου. Αλλά έφτασε πια η ώρα να πηγαίνουμε, εγώ για να πεθάνω και εσείς για να ζήσετε. Ποιος από τους δύο μας πηγαίνει σε καλύτερη μοίρα δεν το ξέρει κανείς άλλος παρά μόνο ο θεός. Μτφρ. Ν.Ε. Τζιράκης. Ας σκεφτούμε λοιπόν με τον ακόλουθο τρόπο, ότι υπάρχει μεγάλη ελπίδα να είναι ο θάνατος καλό. Γιατί ο θάνατος είναι ένα από τα δύο· ή ο νεκρός δεν υπάρχει καθόλου και δεν αισθάνεται τίποτε ή, όπως λένε, τυχαίνει να είναι κάποια μεταβολή και μετοίκηση της ψυχής από τον εδώ τόπο σε άλλον. Αν λοιπόν δεν λειτουργεί καμιά αίσθηση, αλλά είναι σαν ύπνος, όταν κανένας κοιμάται και μήτε βλέπει κανένα όνειρο, θαυμάσιο κέρδος θα μπορούσε να είναι ο θάνατος. Εγώ δηλαδή νομίζω ότι αν κάποιος έπρεπε, αφού διαλέξει αυτή τη νύχτα που κοιμήθηκε έτσι ώστε να μη δει ούτε όνειρο, καιαν έπρεπε, αφού συγκρίνει τις άλλες νύχτες και μέρες της ζωής του με τη νύχτα εκείνη και αφού σκεφτεί, να πει πόσες μέρες και νύχτες έζησε στη ζωή του καλύτερα και πιο ευχάριστα από τη νύχτα αυτή, [νομίζω] όχι μόνο κάποιος ιδιώτης αλλά και ο ίδιος ο μεγάλος βασιλιάς θα τις έβρισκε λιγοστές συγκρίνοντάς τες με τις άλλες μέρες και νύχτες. Αν λοιπόν μια τέτοια κατάσταση είναι ο θάνατος, εγώ βεβαίως τον θεωρώ κέρδος· γιατί στην περίπτωση αυτή η αιωνιότητα δεν φαίνεται να είναι μακρότερη από μια νύχτα. Αν πάλι ο θάνατος είναι σαν μια αποδημία από εδώ σε άλλον τόπο, ώστε όσα λέγονται είναι αληθινά, ότι δηλαδή εκεί βρίσκονται όλοι οι πεθαμένοι, ποιο αγαθό θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο από αυτό, άνδρες δικαστές; Γιατί, αν κάποιος φτάνοντας στον Άδη, αφού έχει απαλλαγεί από αυτούς εδώ που ισχυρίζονται ότι είναι δικαστές, θα βρει τους αληθινούς δικαστές που λέγεται ότι δικάζουν εκεί, τον Μίνωα, τον Ραδάμανθυ, τον Αιακό και τον Τριπτόλεμο και όσους άλλους ημιθέους στάθηκαν δίκαιοι στη ζωή τους, θα είναι τάχα άσχημη αυτή η αποδημία; Ή πάλι τη συνάντηση με τον Ορφέα, τον Μουσαίο, τον Ησίοδο και τον Όμηρο αντί ποίου ποσού θα την πραγματοποιούσε κάποιος από σας; Εγώ, βεβαίως, επιθυμώ να πεθάνω πολλές φορές αν αυτά είναι αληθινά. Κατεξοχήν, βεβαίως, για μένα τον ίδιο, θα ήταν αξιοθαύμαστη η παραμονή εκεί, επειδή θα συναντούσα τον Παλαμήδη, τον Αίαντα, τον Τελαμώνα και όποιον άλλο από τους παλιούς που πέθανε από άδικη κρίση, αντιπαραβάλλοντας τα παθήματά μου με τα δικά τους, νομίζω δεν θα ήταν καθόλου δυσάρεστο. Δεν σας είπα το πιο σπουδαίο· να περνώ τον καιρό μου εξετάζοντας και ερευνώντας τους εκεί όπως τους εδώ· ποιος από αυτούς είναι σοφός και ποιος θεωρεί ότι είναι και δεν είναι. Τι ποσό, άνδρες δικαστές, θα δεχόταν να πληρώσει κανένας για να εξετάσει εκείνον που οδήγησε την πολυάριθμη στρατιά στην Τροία ή τον Οδυσσέα ή τον Σίσυφο ή και αμέτρητους άλλους που θα μπορούσε να αναφέρει κανείς, άνδρες και γυναίκες, με τους οποίους συνομιλώντας εκεί, κάνοντας παρέα μαζί τους και εξετάζοντάς τους θα ήταν οπωσδήποτε ανείπωτη ευτυχία; Πάντως σε καμιά περίπτωση για κάτι τέτοιο, όσοι είναι εκεί ασφαλώς δεν σκοτώνουν. Και για τα άλλα οι εκεί είναι πιο ευτυχισμένοι από τους εδώ και επιπλέον στον υπόλοιπο χρόνο είναι αθάνατοι, αν βεβαίως όσα λέγονται είναι αληθινά. Αλλά κι εσείς, άνδρες δικαστές, πρέπει να είστε αισιόδοξοι απέναντι στον θάνατο και να νομίζετε ένα, δηλαδή τούτο, ότι είναι αληθινό: Δεν υπάρχει για τον ενάρετο άνδρα κακό ούτε όταν ζει ούτε όταν πεθάνει· ούτε οι θεοί αμελούν τις υποθέσεις του. Ούτε και τα δικά μου τώρα έγιναν από μόνα τους, άλλα ήταν φανερό σ' έμενα τούτο, ότι μου ήταν καλύτερο να πεθάνω πλέον και να απαλλαγώ από τα ανθρώπινα πράγματα. Γι' αυτό και εμένα πουθενά δεν με απέτρεψε το σημείο και εγώ, βεβαίως, δεν κρατώ καμιά κακία σ' αυτούς που με καταδίκασαν με την ψήφο τους και στους κατηγόρους μου. Παρ' όλο που δεν επιδίωκαν να με καταδικάσουν και δεν με κατηγόρησαν με τέτοια σκέψη, αλλά πιστεύοντας ότι μου έκαναν κακό. Αξίζει γι' αυτό να τους κατηγορήσει κανένας. Ωστόσο τόσο λίγο τους παρακαλώ' τους γιους μου, όταν γίνουν έφηβοι, να τους τιμωρήσετε, άνδρες, στενοχωρώντας τους με αυτά τα ίδια που στενοχωρούσα κι εγώ εσάς, αν νομίζετε ότι νοιάζονται για χρήματα ή για κάτι άλλο περισσότερο παρά για την αρετή. Και αν νομίζουν πως είναι κάτι, ενώ δεν είναι τίποτε, να τους επικρίνετε όπως σας επέκρινα εγώ, γιατί δεν νοιάζονται για κείνα που πρέπει και νομίζουν ότι είναι κάτι, ενώ δεν αξίζουν τίποτε. Και αν κάνετε αυτά, τότε και εγώ θα έχω βρει το δίκιο μου από σας και οι γιοι μου. Άλλα τώρα πια [αυτό μπορώ να σας πω ακόμα] είναι καιρός να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω κι εσείς για να συνεχίσετε τη ζωή σας. Ποιος από μας κατευθύνεται προς το καλύτερο είναι άγνωστο σε όλους εκτός από τον θεό! Μτφρ. Ε. Καραμέτσιος. Ας εξετάσουμε και με τον εξής τρόπο το ότι δηλαδή υπάρχουν πολλές ελπίδες να είναι ο θάνατος κάτι καλό. Τι από τα δυο είναι λοιπόν ο θάνατος; Ή είναι ένα τίποτα και τίποτα ο νεκρός δεν αισθάνεται ή, όπως λένε, ο θάνατος είναι κάποια αλλαγή και μετάβαση της ψυχής από δω σε άλλο τόπο. Κι αν δεν υπάρχει καμιά αίσθηση, αλλά σαν ύπνος είναι ο θάνατος, που όταν κάποιος κοιμάται μήτε όνειρα βλέπει, τότε θα ήταν θαυμάσιο κέρδος. Αν έπρεπε κάποιος να διαλέξει τη νύχτα εκείνη που κοιμήθηκε χωρίς να δει όνειρο και συγκρίνει με αυτή τις άλλες νύχτες και ημέρες της ζωής του, κι αν έπρεπε να σκεφτεί και να απαντήσει πόσες ημέρες της ζωής του έχει ζήσει πιο καλά και πιο ευχάριστα από τη συγκεκριμένη νύχτα, νομίζω ότι όχι μόνο ο απλός άνθρωπος, αλλά και ο μεγάλος βασιλιάς θα μπορούσε να τις βρει πολύ λίγες σε σύγκριση με τις άλλες. Αν λοιπόν τέτοιος είναι ο θάνατος, εγώ τουλάχιστον τον θεωρώ μεγάλο κέρδος. Άλλωστε με την έννοια αυτή ολόκληρος ο χρόνος δεν είναι παρά μια νύχτα. Αν πάλι ο θάνατος είναι μια αποδημία από δω σε άλλον τόπο, και είναι αλήθεια όσα λέγονται πως τάχα εκεί βρίσκονται όλοι οι νεκροί, ποιο αγαθό μεγαλύτερο από αυτό μπορεί να υπάρξει; Γιατί αν κάποιος φτάσει στον Άδη, αφού απαλλαγεί από αυτούς εδώ, που λένε πως είναι τάχα δικαστές, και συναντήσει τους αληθινούς δικαστές που δικάζουν εκεί, το Μίνωα, τον Ραδάμανθυ, τον Αιακό, τον Τριπτόλεμο και όσους άλλους ημίθεους υπήρξαν δίκαιοι στη ζωή τους, θα ήταν κακή μια τέτοια αποδημία; Ή πόσα δεν θα έδινε κάποιος από σας για να συναναστραφεί με τον Ορφέα και το Μουσαίο και τον Ησίοδο και τον Όμηρο. Εγώ τουλάχιστον πολλές φορές θέλω να πεθάνω, αν αυτά είναι αλήθεια. Και για μένα θα ήταν ενδιαφέρουσα η παραμονή μου εκεί, αν συναντούσα τον Παλαμήδη και τον Αίαντα, το γιο του Τελαμώνα, και όποιον άλλο από τους παλιούς, που εκτελέστηκαν μετά από άδικη δικαστική απόφαση, και τον συγκρίνω με τα πάθη τα δικά μου, θα ήταν ευχάριστο φαντάζομαι. Και το σπουδαιότερο: να εξετάζω και να ψάχνω όπως κι αυτούς που ζουν εδώ, ποιος από αυτούς είναι σοφός και ποιος νομίζει ότι είναι χωρίς να είναι καθόλου. Και τι δεν θα έδινε κάποιος, κύριοι δικαστές, να εξετάσει εκείνον που οδήγησε στην Τροία τη μεγάλη στρατιά ή τον Οδυσσέα ή τον Σίσυφο ή χίλιους άλλους θα μπορούσε να αναφέρει κανείς, άντρες και γυναίκες; Θα ήταν υπέρτατη ευτυχία να συζητάει με αυτούς εκεί και να συναναστρέφεται μαζί τους και να τους εξετάζει. Και κανέναν δεν θανατώνουν εκεί γι' αυτό το λόγο. Και σε πολλά άλλα εκείνοι είναι πιο ευτυχισμένοι από τους εδώ, αλλά και γιατί, αν είναι αληθινά όσα λέγονται, είναι αθάνατοι στους αιώνες των αιώνων! Αλλά και εσείς, κύριοι δικαστές, πρέπει να στηρίζετε τις καλές σας ελπίδες στο θάνατο και να σκέφτεστε ότι μια είναι η αλήθεια, πως τον ενάρετο άνθρωπο δεν τον αγγίζει κανένα κακό ούτε όσο ζει ούτε όταν πεθάνει και ούτε οι θεοί αδιαφορούν για τα ζητήματά του. Ούτε και όσα μου συμβαίνουν αυτή τη στιγμή γίνονται τυχαία, αλλά μου είναι ολοφάνερο ότι ο θάνατος πια και η απαλλαγή από τις βιοτικές μέριμνες ήταν το καλύτερο για μένα. Γι' αυτό και το δαιμόνιο πουθενά δεν με απέτρεψε και φυσικά δεν είμαι καθόλου θυμωμένος με εκείνους που με καταδίκασαν ή με κατηγόρησαν, αν και αυτοί δεν με καταδίκασαν με αυτή τη σκέψη και δεν με κατηγόρησαν με την ιδέα πως μου κάνουν καλό. Και γι' αυτό μόνον αξίζει να τους κατακρίνει κανείς. Μια μικρή παράκληση όμως θα σας κάνω: τους γιους μου, κύριοι, όταν γίνουν παλικάρια, να τους εκδικηθείτε με τον ίδιο τρόπο που εγώ σας παίδεψα, αν σας φανούν ότι φροντίζουν πρώτα για χρήματα ή για οτιδήποτε άλλο, παρά για την αρετή, κι αν έχουν την εντύπωση πως είναι σπουδαίοι, ενώ δεν είναι, να τους κατακρίνετε, όπως ακριβώς εγώ εσάς, γιατί δεν φροντίζουν για εκείνα που πρέπει και γιατί νομίζουν ότι είναι σπουδαίοι, ενώ δεν έχουν καμιά αξία. Κι αν τα κάνετε αυτά, θα έχω βρει το δίκαιο και εγώ και τα παιδιά μου. Είναι ώρα όμως να πηγαίνουμε· εγώ για να πεθάνω, εσείς για να ζήσετε. Ποιος από μας πηγαίνει στο καλύτερο κανείς δεν το γνωρίζει ― μόνον ο θεός. Posted by Vassileia at 11:06 Labels: Απολογία, Πλάτων, Σωκράτης Powered by Blogger.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου