Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Με κάλεσε μια ημέρα ο διευθυντής
της τράπεζας «Ευκαιρίας». Με επαίνεσε που έχω καλή δουλειά ,
και είμαι έντιμος πολίτης . Κι εγώ φούσκωσα σαν διάνος γιατί
δεν είναι μικρό πράγμα να σου λέει τόσο καλά λόγια ένας
διευθυντής τραπέζης.
Μου πρότεινε να πάρω δάνειο για να αγοράσω σπίτι,
ένα γυαλιστερό αυτοκίνητο, νάναι όλο δικό μου να το πλύνω
κάθε Κυριακή όπως κάνουν οι αστοί.
Με κέρασε καφέ και μέδωσε μία πιστωτική κάρτα για τα ψώνια,
να αγοράζω ότι θέλω και να πληρώνω τακτικά, όταν έχω λεφτά.
Τι καλοί άνθρωποι που είναι αυτοί οι τραπεζίτες ,
τον κόσμο συμπονάνε, και τους φτωχούς σαν εμένα βοηθάνε.
Αδίκως αυτός ο Γερμανός νομίζω Μπέρτολτ Μπρέχτ τον έλεγαν
στο μεσοπόλεμο έγραφε στίχους και κατηγορούσε,
άδικα τόσο ηθικούς και άμεμπτους τραπεζίτες.
Τι είναι προτιμότερο έλεγε ο Μπρέχτ, «Να ανοίξεις μια τράπεζα
ή να ληστέψεις μία τράπεζα;» Δεν συμφωνώ καθόλου με τον κύριο
αυτό ούτε με τους κακούς που σπάνε και καίνε τράπεζες,
Ούτε με τους ληστές που κλέβουν τις καταθέσεις του κοσμάκη με
την απειλή όπλου από τα ταμεία. Αυτό που κάνουν είναι παράνομο
και το κάνουν από ζήλεια μίσος και κακία, σε ιδρύματα που την
κοινωνία βοηθούν να αποκτήσει σπίτι, να αγοράσει αγαθά
την οικονομία να κινήσει. Κι αν εγώ ήμουν ένας άπληστος.,
κι ανοίχτηκα πολύ και βαρύ έβαλα στο κεφάλι μου το χρέος.
Το κακό μου το κεφάλι τα φταίει όλα γιατί δεν τα υπολόγισα
καλά και μια ημέρα σκοτεινή μουντή και βροχερή
έχασα την δουλειά μου και για πολύ καιρό από βασιλιάς έγινα
δούλος, γεμάτος οίκτο για τον εαυτό μου και ντροπή.
Η τράπεζα μου τα κατάσχεσε όλα και έμεινα το δρόμο.
Δοξάζω το Θεό που δεν με έχωσαν οι καλοί άνθρωποι φυλακή.
Τι φταίνε κι αυτοί που πήγαν να με εξυπηρετήσουν και τους
γέλασα. Η απληστία μου και η ατυχία μου φταίει.
Τώρα κοιμάμαι σε ένα παγκάκι, μα δε πειράζει
θέλω να ζήσω γιαυτό θα αναφωνήσω. Μάνα μου θα κάνω
κουράγιο.

ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου