Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ Τ ΑΣΤΕΡΙΑ

ΔΙΗΓΗΜΑ

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ.ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

Ιούνιος του 1960. Ήταν η εποχή στην οποία έκλειναν τα σχολεία, και άρχιζαν οι καλοκαιρινές διακοπές. Τα Χανιά τότε ήταν μια μικρή πόλη , ήσυχη χωρίς σχεδόν καθόλου ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητα. Λίγα ταξί πραγματοποιούσαν, το μεταφορικό έργο, μαζί με τα γραφικά στις ημέρες μας, αμαξάκια με τα άλογα, όπου σήμερα σταθμεύουν στο παλιό λιμάνι και πηγαίνουν βόλτα τους τουρίστες. Τότε τα αμαξάκια στάθμευαν έξω από το Α/ γυμνάσιο Αρένων .Ένα παιδάκι μπορούσε άνετα να κυκλοφορήσει μόνο του, στην πόλη χωρίς να έχει το φόβο, ότι θα συγκρουστεί με αυτοκίνητο. Το καλοκαίρι εκείνο, θα αποχαιρετούσα το σχολείο, και την ξένοιαστη ζωή. Την τελευταία τάξη -την έκτη δημοτικού - την είχα βγάλει σενα τριτάξιο δημοτικό σχολείο σε νοικιασμένο από το δημόσιο κτήριοόπυ βρισκόταν επί της οδού Ανθέων. Ο δάσκαλος μου, ο διευθυντής κυρ Πεταλωτής, μου είχε βάλει ένα διάλογο μαζί με άλλα παιδιά. Καθώς ήμουν ντροπαλό παιδί, δεν έβγαινε η φωνή μου δυνατά ,και αισθάνθηκα ότι τα έκανα μούσκεμα. Ήταν και το κορίτσι, μια συμμαθήτρια μου όπου ήταν ο κρυφός μου έρωτας, στα μπροστινή καθίσματα , και με έπιασε τρακ μόλις την είδα ,και έξαφνα αναψοκοκκίνησα. Περιττό να σας περιγράψω , την φτώχεια την οποία βίωναν οι οικογένειες την εποχή εκείνη. Για πολλούς φτώχεια σήμαινε πείνα, ανέχεια, ανεργία.

Η γενιά μου μεγάλωσε με παπούτσια σολιασμένα ,και ξανασολιασμένα,και μπαλωμένα ρούχα. Με διανομή ψωμιού και βουτύρου, κι ενός ποτηριού γάλατος, στα υποσιτισμένα παιδάκια στα σχολεία. Δωρεάν βοήθεια από τις πλούσιες δυτικές χώρες, κυρίως την Αμερική, μέσω του ΟΗΕ. Τότε είμαστε ξυπόλητα όλα σχεδόν τα παιδιά, όπου παίζαμε στις αλάνες. Παιχνίδια δεν είχαμε καθόλου του εμπορίου, εκτός από κανένα πιστολάκι μεταλλικό σούρου τα Χριστούγεννα. Μπάλες μας έφτιαχνε η μάνα, από πανί αυτοσχέδιες. Έστω κι έτσι, τι χαρά για μας τα παιδιά.

Ήμουν από τους καλύτερους μαθητές στην τάξη μου. Ο δάσκαλος μας ρωτούσε, αν θα πάμε στο γυμνάσιο ,ή σε καμία τεχνική σχολή. Τα παιδιά απαντούσαν¨ το κάθε παιδί για την κατεύθυνση όπου το προόριζαν οι γονείς του. Του λόγου μου ,γνώριζα για την φτώχεια που έδερνε τους δικούς μου , και την έλλειψη δυνατοτήτων για σπουδές. Δεν απαντούσα στον δάσκαλο κι έσκυβα αμήχανα το κεφάλι. Η ανάγκη για ρευστό, και για στήριξα στην οικογένεια μου ,με τα πολλά παιδιά , ήταν άμεση. «Δει δη χρημάτων κι άνευ τούτων ουδέν εστί γεννάσθε των δεόντων». Η πιο εύκολη λύση για να βγάλει ένα παιδί λίγα χρήματα, ήταν να βγει στους δρόμους , στα καφενεία στους σταθμούς λεωφορείων , στα σχολεία. ως πλανόδιος μικροπωλητής. Σήμερα αντικρύζω τους Κινέζους που γυρνούν με την πραμάτεια τους κάνοντας αυτή τη δουλειά και δακρύζουν οι οφθαλμοί μου. Η δεκαετία των αρχών του 60 ήταν και μια σκληρή δεκαετία μετανάστευσης για τους νέους. Για μένα που δεν μετανάστευσα, ήταν μια διαδικασία εσωτερικής μετανάστευσης από τον εαυτό μου και τις ανάγκες του. Ως πλανόδιος μικροπωλητής είχα πουλήσει τα πάντα Όπως «Παγωτά Όλυμπος» και «ΕΒΓΑ» το καλοκαίρι, αλλαγή με γλυκά το χειμώνα, καθώς κατά καιρούς, και ¨κουλούρια, ψιλικά , καλαμπόκια βραστά, και σουβλάκια. Πουλώντας σουβλάκια , με βοηθούσε η οικογένεια μου, διότι τότε δεν υπήρχαν τεχνικά μέσα και έπρεπε να κοπεί το κρέας με το μαχαίρι , και να βρούμε από καλαμιώνες στον περίγυρο της πόλεως, καλάμια για να φτιάξουμε καλαμάκια με το χέρι. Η δουλειά αυτή δεν γινόταν χωρίς οικογενειακή βοήθεια και στήριξη. Κάποια στιγμή, μου έκαναν δώρο δύο βιβλία .'Ηταν "ΤΑ ΣΤΑΦΎΛΙΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ"του Αμερικανού νομπελίστα συγραφέα ΤΖΟΝ ΣΤΑΪΜΠΕΚ και την "ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ" του προλετάριου Ρώσου συγραφέα ΜΑΞΙΜ ΓΚΟΡΚΙ. Μου άρεσε πολύ το διάβασμα .Όταν ήμουν μικρός διάβαζα το θρυλικό «Μικρό ήρωα» γραμμένο από τον Γιώργο Ανεμοδουρά με μεγάλη επιτυχία στα παιδιά. Περιείχε περιπέτειες από την Γερμανική κατοχή με ήρωες τον Γιώργο Θαλάσση, την Κατερίνα και τον πάντα πεινασμένο Σπίθα. Λίγο αργότερα διάβαζα μανιωδώς αστυνομικές ιστορίες, και κλασικά εικονογραφημένα. Όταν μου έκαναν δώρο τα βιβλία σχεδόν πρώτη φορά ερχόμουν σε επαφή με σοβαρή λογοτεχνία . Ήμουν μόλις δεκαπέντε με δεκαέξη ετών. Όταν διάβαζα για την παιδική ηλικία του Μαξίμ Γκόρκυ, και την σκληρή ζωή του, και ότι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας στα δεκαεννέα του χρόνια, διότι δεν άντεχε την σκληρότητα της ζωής δάκρυα μου ερχόταν στα μάτια ,γιατί σκεπτόμουν και την δική μου δύσκολη παιδική ζωή. Το όνειρο μου ήταν , να μαζέψω κάποια χρήματα , να ανοίξω μόλις απολυθώ από φαντάρος

ένα εμπορικό κατάστημα, για να ξεφύγω από την δουλειά του δρόμου , όπου για μένα πλέον ως έφηβος , την αισθανόμουν ως μεγάλη ντροπή καταφρόνια και όνειδος.

Παράλληλα σκέφτηκα να πάω σε νυχτερινό γυμνάσιο ,αλλά δεν υπήρχε την εποχή εκείνη. Μου άρεσαν όμως τα Αγγλικά και τα σπούδασα στο φροντιστήριο Αγγλικών. Ήμουν από τους καλύτερους μαθητές κι έπαιρνα υποτροφίες από την σχολή με δωρεάν δίδακτρα. Λίγο αργότερα ο ιδιοκτήτης του φροντιστηριού άνοιξε και νυχτερινό γυμνάσιο ,αλλά δεν μπόρεσα να σπουδάσω διότι με πήραν για 27 μήνες στο στρατό. Πηγαίνοντας στρατιώτης τελείωνει και ο κύκλος της παιδικής και εφηβικής ηλικίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου