Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

45]Ο Σωτήρης επιφανειακά φαινόταν, σαν ένας τύπος ο οποίος αδιαφορούσε, για την εξαφάνιση του γιου του, και συνέχιζε, όπως και πρώτα να διάγει, τον πρότερο έντιμο βίο του.
Μέσα του όμως έβραζε ο θυμός ,η αγανάκτηση, η θλίψη και η απελπισία.
Άρχισε να νοιώθει έντονα την ματαιότητα των ανθρωπίνων , και να τον διακατέχει μια βαθειά μελαγχολική διάθεση.
Είχε νεύρα ήταν δύσθυμος και έπαψε, να γελάει πια με ευκολία.
Χάθηκε με τον καιρό η επαφή με την οικογένεια του, την μικρή Ματούλα που υπεραγαπούσε, και την Κατερίνα την οποία είχε νυμφευθεί, έπειτα από σφοδρό έρωτα.

«Πως είναι μπορεζάμενο κι ήλιος λαμπρός να δίδει,
Το μεσημέρι τ/όμορφο των αματιώ σκοτίδι;
Ζέστη πως είναι μπορετό το χιόνι να γεννήσει,
Γη μαραμένη κρύο νερό φύτρα ποτέ ν/αφήσει;»

« ΕΡΩΦΙΛΗ Γ. ΧΟΤΡΤΑΤΣΗ»

Έπαψε να συνευρίσκεται ερωτικά με την Κατερίνα ,δεν είχε διάθεση για τίποτα, και αισθανόταν σαν ένας ζωντανός σε ανυπαρξία.
Διαρκώς έλειπε από το σπίτι και την δουλειά του .
Πότε τα έφτιαξε η Κατερίνα με τον ιερέα πότε διέλυσε τον δεσμό της ,
δεν το κατάλαβε ποτέ. Λένε πως την απιστία ο ,ή η σύζυγος το μαθαίνει τελευταίος-α.
Μιλάμε όμως για μια νορμάλ κατάσταση, και όχι στην κατάσταση αλκοολισμού στην οποία είχε περιέλθει ο Σωτήρης.
Τι μπορούσε να καταλάβει κάποιος που μοναδική του αγάπη, ήταν ο οίνος ουχί ο κεκαρμένος, αλλά ο παλιός οίνος Κισάμου ο ανέρωτος;
Ο Σωτήρης για να ξεχαστεί και να λησμονήσει, άρχισε να πίνει και κατέληξε σε λίγο καιρό εξαρτημένος από το αλκόολ.
Περιφερόταν από ταβέρνα, σε ταβέρνα και από καφενείο σε καφενείο,
Μέχρι που δεν τον άντεχαν, τα πόδια του και τον μάζευαν τραυματισμένο από τα πεζοδρόμια.
Σε αυτή την νέα του πορεία έκανε παρέα, με αλκοολικούς και πρεζόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου