Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

48]Κατά της δέκα το επόμενο πρωί, ο Αρίστος χτυπούσε το κουδούνι, του σπιτιού του φίλου του. Από χθές που τον είδε σε αυτό το χάλι τον σκεπτόταν και ανησυχούσε.
Από το δημοτικό ακόμα, και στο το γυμνάσιο –λύκειο ήταν κολλητοί φίλοι. Αχώριστοι παντού. Δεν έκρυβαν τα μυστικά τους και τις ανησυχίες τους για το μέλλον. Έκαναν μόνιμη παρέα, πήγαινε ο ένας στο σπίτι του άλλου, διάβαζαν ταχτικά μαζί, και είχαν γνωριστεί οικογενειακώς.
Όταν όμως ο Αρίστος έφυγε για σπουδές στην Αθήνα αραίωσαν οι επαφές τους.
Περιορίστηκαν στα Χριστούγεννα και στο Πάσχα στις διακοπές, και αραιά και που σε κανένα τηλεφώνημα. Το καλοκαίρι ο Αρίστος έμενε στην Αθήνα
διότι εργαζόταν, και δεν ήθελε να χάσει τη δουλειά, επειδή δεν είχε άλλους πόρους ζωής.
Ο Σωτήρης αγαπούσε και θαύμαζε τον φίλο του τον Αρίστο, γιατί ξεκίνησε φτωχόπαιδο. Δουλεύοντας και σπουδάζοντας ,κατάφερε και
έγινε ένας καλός και άξιος δικηγόρος στην Αθήνα.
Ήταν πολιτικοποιημένος, λάβαινε μέρος στο αριστερό κίνημα, και υπεράσπιζε με πάθος τα εργατικά δικαιώματα.
Πολλές φορές τον έβλεπε στην τηλεόραση , να υπερασπίζεται ανθρώπους, από τον αναρχικό χώρο διωκόμενους από την εξουσία .
Η υπεράσπιση γινόταν χωρίς αμοιβή ,και τις περισσότερες φορές κατέριπτε στην ακροαματική διαδικασία το κατηγορητήριο, και
αθωωνόταν οι κατηγορούμενοι. Τότε έπιανε τον εαυτό του να χειροκροτεί δυνατά. Ήταν μια δυνατή φιλία, έστω και αν δεν συναντιόντουσαν τακτικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου