Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

66]Η Κατερίνα κατέβαινε από την Κρήτη στην Αθήνα, τρις φορές κάθε φοιτητική χρονιά, για να κάνει παρέα, στην μοναχοκόρη της την Ματούλα. Το αγόρι της ο Ζώης, ο οποίος πήγαινε στο γυμνάσιο παράμενε στο σπίτι με τον πατέρα του, ο οποίος ήταν και σπουδαίος μάγειρος.
Η Κατερίνα έφερε μαζί της σε δυο γεμάτες τσάντες, από χωριάτικο κοτόπουλο μέχρι καρύδια και αμύγδαλα, από το χωράφι του παππού.
Δεν παρέλειπε επίσης να κρατάει στην Ματούλα, και ένα βαζάκι θυμαρίσιο μέλι, αγορασμένο από ένα θείο της, που ήταν μελισσοκόμος στα ορεινά Σφακιά, καθώς και ένα στογγυλό τυρί από την περίφημη γραβιέρα Κρήτης, από το τυροκομείο του Γιαννούλη από τον Φρε Αποκορώνου.
Αυτή την φορά η Ματούλα, της είπε ότι είχε αλλάξει διεύθυνση, γιατί δήθεν δεν της άρεσε η γειτονιά, και μετακόμισε σε μεγαλύτερο διαμέρισμα.
Παρ/όλη την χειραφέτηση της από τους γονείς της, τους είχε αδυναμία .
Κατανοούσε ότι η αρκετά συντηρητική μητέρα της, δεν θα έβλεπε με πολύ καλό μάτι μια συγκατοίκηση με αγόρι.
Η μάνα της ήταν μεγαλωμένη σε μια Κρήτη, αυστηρών ηθικών αρχών όσον αφορά στις σχέσεις των δύο φύλων.
Οι καιροί όμως αλλάζουν, οι νεότερες γενιές ζητούν και διεκδικούν, αλλά και κατακτούν περισσότερα δικαιώματα.
«Η μητέρα μου θα πρέπει να προσαρμοστεί στο σήμερα, και όχι εγώ στο χθες». Σκεφτόταν η Ματούλα όταν πρωί πρωί περίμενε το καράβι από την Κρήτη στο λιμάνι του Πειραιά.
Παίρνοντας τον ηλεκτρικό για το νέο της διαμέρισμα, προετοίμασε την μητέρα της, ότι ήταν ερωτευμένη με ένα συμφοιτητή της, και ότι συζούσαν. Συνέχισε με χιούμορ, ότι δεν δεχόταν, παρατηρήσεις επιπλήξεις και σκηνές.
Περιέργως η Κατερίνα δεν αντίδρασε απότομα. Το ένστικτο της μάνας,
την είχε προειδοποιήσει, ότι για να αλλάξει διαμέρισμα η κόρη της, κάτι παρόμοιο θα συνέβαινε.
«Ποιός είναι ο νέος; Την ρώτησε ήρεμα η μάνα της. Είναι τουλάχιστον αντάξιο σου;»
«Τον γνωρίζεις μαμά.»
«Είναι ο Λάμπρος του παπά Γεράσιμου.»
Μόλις άκουσε το όνομα η Κατερίνα κοντοστάθηκε, συνοφρυώθηκε και έπιασε το κεφάλι της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου