Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

46]Μία ημέρα ο Σωτήρης καθόταν σένα παγκάκι
στην πλατεία Τάλω . Κρατούσε ένα μεγάλο γυάλινο μπουκάλι μπύρας κι ετοιμαζόταν να βρέξει τα χείλη του, για να διώξει την σκοτεινιά της ψυχής του.
Απέναντι του η θάλασσα στο μόλο κυμάτιζε νωχελικά έχοντας μέσα
της ένα ελαφρύ αεράκι.
Ήταν σαν να του έκλεινε πονηρά το μάτι και να του έλεγε «Έλα μωρέ
και εσύ άνθρωπε, που χολοσκάς για τα ανθρώπινα προβλήματα.
Κάνεις σαν να αγνοείς την ματαιότητα της ζωής.
Δείξε δύναμη ξεπέρασε τις δυσκολίες.
Τι είναι η ζωή; Ένας αγώνας δρόμου.
Ένα ταξίδι για την Ιθάκη.
Θα το διαβείς όρθιος;
Θα το διαβείς γονατιστός;
Θα το διαβείς γλείφοντας και έρποντας;
Θέλεις να έχεις το κεφάλι σου χωμένο μέσα στην άμμο σαν την στρουθοκάμηλο για να μην βλέπεις και να μην ακούς;
Εσύ αποφασίζεις.

Σαν βγείς στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
Γεμάτος περιπέτειες γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
Τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι…

Κ .ΚΑΒΑΦΗΣ

«Εσύ το λες γατί δεν πονάς. Εγώ έχασα το παιδί μου, το παλικαράκι μου την ψυχή της ψυχής μου. Ξαφνικά και αναπάντεχα. Όχι από φυσικό θάνατο γιατί δεν βρέθηκε κανένα δικό του ίχνος.
Αλλά από το μίσος κακών ανθρώπων.»
Έλα, έλα, μην κλαψουρίζεις συνέχεια , μην κρύβεσαι από τον εαυτόν σου μέσα στην λησμονιά του ποτού. Στάσου όρθιος αγωνίσου.
Είμαι πολύ αδύναμος δεν αντέχω τον πόνο. Πίνει μια γουλιά μπύρα.
Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες και νοιώθω τόσο μόνος τόσο άδειος τόσο νεκρός;»
«Μην επικαλείσαι το όνομα του Θεού σου επί ματαίω.»
«Κανείς δεν σ εγκατέλειψε, αλλά εσύ μόνος σου εγκατέλειψες τον εαυτόν σου « .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου