Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

*ΠΕΖΟΓΡΑΦΗΜΑ
ΘΑ ΣΚΟΤΩΣΩ ΤΟΝ ΔΗΜΑΡΧΟ
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
«Θα τον σκοτώσω τον δήμαρχο.» «Θα τον σκοτώσω.» «Μην φωνάζεις, και μην ωρύεσαι." "Λυπούμαι πολύ για ότι έγινε φίλε Σταμάτη , είναι, είναι.» «Έχουν περάσει δέκα μήνες από τότε.» «Δεν μπορώ να βρω λόγια να..» Μου είπε ο παλιός και καλός μου φίλος, Βαγγέλης¨ «Μετά από ένα μούδιασμα ,και μια διακοπή συνέχισε¨ «Δεν μπορώ να βρω τα κατάλληλα λόγια, για να σε παρηγορήσω. «Ο Δήμαρχος είναι ένας αχρείος, ένας ανεύθυνος άνδρας.» «Μην χαραμίσεις όμως την ζωή σου για χατίρι του.» «Την ζωή μου είπες Βαγγέλη;» Ποιος σου είπε ότι από εκείνη τη μαύρη ημέρα, εγώ έχω ζωή;» Κι όμως κάποτε ήμουν κι εγώ νέος ,κι είχα πολλά όνειρα. Τον Μιχάλη τον γνώρισα όταν ήμουν φοιτητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, {Ε.Μ.Π}. Γνωριστήκαμε στο δεύτερο έτος και συνδεθήκαμε από τότε με αδιατάρακτη φιλία. Είχαμε την τύχη να ζήσουμε μαζί στα γεγονότα του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973. Ήταν η τελευταία μας χρονιά, αλλά έμεινε στην ψυχή μου σαν φωτεινός φάρος. Φοβήθηκα πολύ όταν είδα ότι εισέβαλλαν τα τάνκς της χούντας.
Ήμασταν όμως νέοι, είχαμε ορμή, και ξεπερνούσαμε τους φόβους μας
Θυμάμαι ακόμη τον ήχο και την αγωνία, από την φωνή της Δαμανάκη, όπου εξέπεμπε από τον αυτοσχέδιο ραδιοπομπό, με την λεπτή νεανική φωνή της, και έξέφραζε την φωνή των φοιτητών του Πολυτεχνείου. « Εδώ Πολυτεχνείο.» «Εδώ Πολυτεχνείο.» Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός των αγωνιζομένων φοιτητών, των αγωνιζομένων Ελλήνων.» Η φωνή του Παπαχρίστου και της Δαμανάκη προέτρεπαν συνεχώς από το ραδιοσταθμό του Πολυτεχνείου τους εφέδρους στρατιώτες, να μη κάνουν χρήση των όπλων. «Στρατιώτες αδέλφια μας, μην πυροβολείτε, τα αδέλφια σας τους φοιτητές.» Ο Μιχάλης κι εγώ θάψαμε στα κατάβαθα της ψυχής μας τις στιγμές εκείνες. Θέλαμε τις αναμνήσεις μας, να της κρατήσουμε για τον εαυτόν μας. Το καθήκον μας κάναμε βρε αδελφέ. Ως νέοι άνθρωποι και αυριανοί επιστήμονες. Για ελευθερία και δημοκρατία αγωνιστήκαμε, όταν η πλειοψηφία του λαού φοβόταν να αντιδράσει, ή είχε βολευτεί και δεν έβγαζε τσιμουδιά. « Ψωμί, παιδεία, ελευθερία.» ήταν το σύνθημα μας, ως φοιτητών του Πολυτεχνείου. Γιατί, χωρίς πολιτική ελευθερία, δεν έχεις δικό σου αέρα να αναπνεύσεις, να παλέψεις να διεκδικήσεις. {«Συλλογάται καλά, όποιος συλλογάται ελεύθερα» «Ρήγας Φεραίος»}Εάν σου λείπει η ελευθερία και η δημοκρατία, πολιτικά είσαι ανύπαρκτος. Επειδή έτσι τους κάπνισε και αποφάσισαν ως έτυχε κάποτε, και ειδικά , στις 21 -4-1967, μια δράκα επίορκων και αρχομανών στρατιωτικών, να κατέβει στους δρόμους και με τα τανκς να καταργήσουν το Σύνταγμα, και να μας στερήσουν τα πολιτικά μας, και τα δημοκρατικά μας δικαιώματα; Την συμμετοχή μας στο Πολυτεχνείο δεν την εξαργυρώσαμε, για πολιτικές θέσεις και κυβερνητικά αξιώματα. Γιαυτό άλλωστε θυμώνω όταν κατηγορούν για διάφορα πολιτικά θέματα ολόκληρη τη γενιά του Πολυτεχνείου επειδή, κάποιοι της δικής μας γενιάς φοιτητές, χρησιμοποίησαν τη συμμετοχή τους στο Πολυτεχνείο, σαν σκαλοπάτι για την πολιτική τους ανέλιξη. Με τον συμφοιτητή και φίλο μου Μιχάλη εργαστήκαμε για πέντε χρόνια σε μια μεγάλη εταιρεία δημοσίων έργων. Θέλαμε να αποκτήσουμε εμπειρία ούτως ώστε να ανοίξουμε αργότερα το δικό μας τεχνικό γραφείο. Ο Μιχάλης ερωτεύτηκε την Φιλιώ μια όμορφη και καλλιεργημένη νέα κοπέλα, η οποία έκανε την άσκηση της στην δικηγορία στο δικηγορικό γραφείο του πατέρας της. Μέσα στο χρόνο παντρεύτηκαν και αμέσως ήρθε και το πρώτο τους παιδί . Ήταν ένα χαριτωμένο αγοράκι με κατάμαυρα ματάκια. Ζουζούνιζε υπέροχα στο παιδικό του κρεβατάκι κι έκανε γονείς και παππούδες ευτυχισμένους. Ο Σταμάτης δηλαδή εγώ, κι ο Μιχάλης ήμασταν πολιτικοποιημένα άτομα και ενεργοί πολίτες. Συμμετείχαμε στα κοινά. και οι δύο. Λειτουργούσαμε πάντα με σύμπνοια και από κοινού, σαν δίδυμα αδέλφια. Όταν βάζαμε υποψηφιότητα για την διοίκηση του τεχνικού επιμελητηρίου βγαίναμε και οι δύο πρώτοι σε σταυρούς προτίμησης. Ο Μιχάλης είχε οργανωθεί στο ΠΑΣΟΚ από την ημέρα της ιδρύσεως του στις 3 του Σεπτέμβρη του 1974.Εγώ έγινα μέλος της ανανεωτικής αριστεράς. Τότε είχε το κόμμα αυτό τον τίτλο «Κ.Κ.Εσωτ.» ως μετεξέλιξη από την διάσπαση του Κ.Κ.Ε Είχαμε την διάθεση να προσφέρουμε στα κοινά από την σκοπιά του ενεργού πολίτη που νοιάζεται για τον τόπο του. Πάντα στην αφάνεια χωρίς κομματικές θέσεις , και χωρίς καμιά ιδιοτέλεια. Δεν θέλω να παινευτώ αλλά ήταν λίγοι σαν τον Μιχάλη και εμένα. Στα κόμματα όπως έχει αποδειχτεί κυρίως στα λεγόμενα κόμματα εξουσίας, πάνε άνθρωποι διψασμένοι για εξουσία, για προβολή για κλέψιμο άκοπου χρήματος από το δημόσιο ταμείο ,ή ακόμη κάποιοι από δαύτους, με τα λιγότερα προσόντα, κουνούν τα σημαιάκια του κόμματος μπροστά στους βουλευτές, και τους τοπάρχες, έχοντας στη μέση αρκετή ευλυγισία για κάμψεις, με αντάλλαγμα, διορισμό στο δημόσιο.
Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα χωρίς να το καταλάβουμε. Εμείς του 70 οι εκδρομείς είχαμε δηλώσει την παραίτηση μας από την εταιρεία και ψάχναμε για δικό μας γραφείο.
Είχαμε βάλει κάποια λεφτά στην άκρη, μας βοήθησαν λίγο και οι γονείς μας αλλά ζητήσαμε και δάνειο από την τράπεζα. Ιδρύσαμε μια μικρή κατασκευαστική εταιρεία
δημοσίων και ιδιωτικών έργων. Ξεκινήσαμε με όρεξη για δουλειά και δημιουργία.
Παντρεύτηκα και του λόγου μου. Δεν άντεχα άλλο τη ζωή του εργένη. Ήθελα να γυρίζω σπίτι να βρίσκω στρωμένο κρεβάτι και σπιτικό φαγητό. Δεν έχει σημασία που βοηθούσα κι εγώ στο σπίτι γιατί η γυναίκα μου η πανέμορφη Λήδα ήταν καθηγήτρια φιλόλογος, και δεν είχε πολύ χρόνο για την οικιακή εργασία. Χρόνο μπαίνει χρόνος βγαίνει και πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Ακόμη θυμάμαι ένα μακρινό μου θείο που ποτέ δεν έκανε δική του οικογένεια, και το είχε μετανιώσει να μου λέει¨ «Παιδί μου να δημιουργήσεις οικογένεια όσο είσαι ακόμη νέος. Περνά ο χρόνος γρήγορα και όταν ξυπνήσεις μια ημέρα με λευκά μαλλιά θα είναι αργά.» Όταν η σύζυγος μου γέννησε την μοναδική μας κόρη, ο γιος του Μιχάλη ο Ανδρέας ήταν ήδη δέκα ετών. Όταν ο Ανδρέας τέλειωσε τις σπουδές του δεν πέρασαν ούτε δύο χρόνια, κι έγινε συνέταιρος στην εταιρία μας. Ήταν εργατικός και φιλόδοξος. Μόλις τριάντα πέντε ετών έθεσε υποψηφιότητα για δήμαρχος. Τον στηρίξαμε μαζί με τον πατέρα του με όλες μας τις δυνάμεις. Όταν εξελέγη δήμαρχος κάναμε ένα τρικούβερτο γλέντι. Που να το φανταστώ ότι αυτό το άτομο θα με έστελνε μια ημέρα στα τάρταρα του Άδη. Η μοναχοκόρη μου η Ελβίρα που υπεραγαπούσα, ήταν ήδη 26 ετών όμορφη καλλιεργημένη με λαμπρές σπουδές στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Την έβλεπα και την καμάρωνα. Έλαμπε από τα νιάτα της και την εξυπνάδα της, Την καμάρωνα όπως κάθε πατέρας καμαρώνει το παιδί του. Δεν θα την χαιρόμουν όμως για μεγάλο διάστημα. Την Τετάρτη 26 Ιουλίου εξαφανίστηκε, χωρίς να δώσει σημείο ζωής.
Την δεύτερη ημέρα το αναγγείλαμε στην αστυνομία και την έψαξαν παντού. Βρέθηκε μέσα σένα τεράστιο φαράγγι νεκρή. Δεν μπορούσα να το δεχθώ. Στην τσέπη του τζιν παντελονιού της, είχε ένα σημείωμα, όπου έγραφε ότι είχε συνάψει πριν δύο χρόνια τρυφερή σχέση με τον παιδικό της φίλο Ανδρέα. Ότι ήταν έγκυος τριών μηνών, όταν της ανήγγειλε ότι θέλει να χωρίσουν διότι ερωτεύτηκε την γραμματέα του. Η μικρή μου η Ελβίρα, ήταν πολύ ευαίσθητο πλάσμα και δεν άντεξε τον χωρισμό. Έδωσε οριστικό τέλος στην ζωή της. Δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι ο Ανδρέας που τον είχα σαν παιδί μου, και τον είχαμε κάνει συνεταίρο στην εταιρεία μας. Τον στήριξα για να εκλεγεί δήμαρχος. Κι αυτός με πότισε τόση χολή. Δεν μπορούσα να διανοηθώ,ότι θα φερόταν τόσο επιπόλαια και σκάρτα στην μοναχοκόρη μου. Η ψυχή μου από τότε μαύρισε οριστικά. Ντύθηκα στα μαύρα κι άφησα ακόμη μια μεγάλη γενειάδα. Ήθελα το απέξω μου να ταιριάζει με το μέσα μου. Από εκείνη την στιγμή που αντίκρισα νεκρό το παιδί μου ήμουν κι εγώ, ένας ζωντανός νεκρός. Ορκίστηκα στον τάφο του . «Θα σκοτώσω τον δήμαρχο. Το αίμα πρέπει να ξεπλυθεί με αίμα.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου