Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Η Κοινωνική Οικολογία και ο Κομμουναλισμός του Murray Bookchin
Η οικολογική κρίση που βιώνουμε, αποτελεί ένα από τα μείζονα προβλήματα του αιώνα που διανύουμε και πυροδοτεί έντονες αντιπαραθέσεις σε πολιτικό, κομματικό, επιστημονικό αλλά κι επιχειρηματικό επίπεδο. Για το γόνιμο όμως διάλογο και την ουσιαστική αντιμετώπιση της, είναι σημαντικό να αποσαφηνιστούν οι φιλοσοφικές βάσεις του προβλήματος και να επιχειρηθεί η θεμελίωση της θεωρίας στην πράξη.

Ο Murray Bookchin, αναζητά τις βαθιές αιτίες της οικολογικής κρίσης στις κοινωνικές δομές και κατασκευάζει ένα θεωρητικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, του οποίου προτείνει την πολιτική εφαρμογή.

Στο δοκίμιο αυτό, θα επιχειρήσω να περιγράψω συνοπτικά τη φιλοσοφική βάση της θεωρίας του Bookchin, τις βασικές αρχές της κοινωνικής οικολογίας και του κομμουναλιστικού μοντέλου οικολογικής κοινωνικής οργάνωσης, καθώς και τις κύριες αντιρρήσεις των «πράσινων» οικολόγων κατά του κινήματος της κοινωνικής οικολογίας και το αντίστροφο.

Τέλος θα αποπειραθώ μια σύντομη κριτική, που ελπίζω να αποτελέσει έδαφος για περαιτέρω διάλογο.


Από τον Μαρξισμό στην Οικολογία
Ο Murray Bookchin[1], αμερικανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος, θεωρείται ο θεμελιωτής της κοινωνικής οικολογίας. Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1921 από γονείς μετανάστες, δραστηριοποιημένους στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα του 1917. Από πολύ νέος εντάχθηκε στη κομμουνιστική νεολαία, απ’ όπου όμως διαγράφτηκε λόγω των τροτσισκιστικών του παρεκκλίσεων. Αναμίχθηκε ενεργά στο αμερικανικό συνδικαλιστικό κίνημα και από το 1960 και μετά ακολούθησε ακαδημαϊκή πορεία ως κύριος εκφραστής του κινήματος της Κοινωνικής Οικολογίας. Με πλούσια συγγραφική δράση και ασκώντας κριτική στον παραδοσιακό Μαρξισμό, ο Bookchin διακρίθηκε ως καθηγητής οικοφιλοσοφίας και κοινωνικής οικολογίας σε σημαντικά πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Αποτελεί μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες της αριστερής ελευθεριακής διανόησης, που ακολούθησε, συνέχισε και ξεπέρασε την αναρχική παράδοση του Κροπότκιν. Επηρεασμένος στα νεανικά του χρόνια από τους Ηράκλειτο, Αριστοτέλη Hegel και Marx, υιοθέτησε στη συνέχεια τις θέσεις των Horkheimer και Adorno και της κριτικής σχολής της Φραγκφούρτης και κατηγόρησε τον Habermas για εξαμερικανισμό της γερμανικής φιλοσοφίας. Το 1974 ίδρυσε και διηύθυνε το Ινστιτούτο Κοινωνικής Οικολογίας, ενώ παραμένοντας οπαδός του σύγχρονου κοινωνικού αναρχισμού, εισηγήθηκε τον κομμουναλισμό, ως εναλλακτικό αριστερό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά την πολιτική εφαρμογή της κοινωνικής οικολογίας.
Η Κοινωνική Οικολογία και ο Άνθρωπος
Η κοινωνική οικολογία είναι μια σύγχρονη ριζοσπαστική οικολογική θεωρία, που τοποθετείται απέναντι τόσο στις παραδοσιακές ανθρωποκεντρικές οικολογικές θεωρίες που αναγνωρίζουν απόλυτη ηθική αξία μόνο στον άνθρωπο[2], όσο και στις βιοκεντρικές οικολογικές τάσεις (όπως η «βαθιά οικολογία» η οικοσοφία κλπ) που υποστηρίζουν ότι όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έχουν εγγενή ηθική αξία[3].
Ο Murray Bookchin, εισηγητής της θεωρίας, υποστηρίζει ότι δεν έχει νόημα να μιλάμε για εγγενείς ηθικές αξίες όλων των έμβιων όντων, διότι το μόνο που κάνουμε, είναι να μεταφέρουμε ανθρώπινες έννοιες σε ένα εξωκοινωνικό[4] περιβάλλον και να διαμορφώνουμε μια ανθρωπομορφική αντίληψη για τη φύση. Αντιθέτως για να κατανοήσουμε και να αντιμετωπίσουμε τα οικολογικά προβλήματα θα πρέπει να τα αντιληφθούμε ως κοινωνικά προβλήματα αφού για τους κοινωνικούς οικολόγους, φύση και ανθρώπινη κοινωνία αποτελούν ένα όλον. Η ανθρώπινη φυσική κατάσταση και ο ανθρώπινος πολιτισμός δεν είναι δυο αντιθετικές έννοιες. Η «πρώτη», όπως την αποκαλεί ο Bookchin, φύση, είναι η φυσική υπόσταση του ανθρώπου ως έμβιου όντος, ή ως βιοεξελικτικής ιστορίας, ανάλογης των υπολοίπων έμβιων όντων του πλανήτη, η οποία όμως παράγει πολιτισμό, δηλαδή μια «δεύτερη» φύση, η οποία είναι ένα εξ’ ίσου φυσικό δημιούργημα όσο η «πρώτη».
Δηλαδή, φύση και πολιτισμός δεν αποτελούν ένα δυισμό, αλλά μια ολότητα στην οποία ο δεύτερος (ο πολιτισμός) μπορεί να αποτελέσει δυνητικά τον μοναδικό εγγυητή μιας ηθικής που θα διασφαλίσει την προστασία του ενιαίου οικοσυστήματος. Κύρια Σημεία της Θεωρίας της Κοινωνικής Οικολογίας
Ο Bookchin θεωρεί ότι η οικολογική κρίση που βιώνουμε (ρύπανση, εξάντληση φυσικών πόρων, τρύπα του όζοντος, κλιματολογικές αλλαγές κλπ.) οφείλεται σε κοινωνικές αιτίες. Κι όταν λέμε κοινωνικές αιτίες δεν εννοούμε ούτε την τεχνολογική ανάπτυξη, ούτε τον υπερπληθυσμό που συχνά ενοχοποιούνται για τις περιβαλλοντικές καταστροφές. Εννοούμε τους μηχανισμούς, που παράγουν τα κοινωνικά προβλήματα και που εντοπίζονται στις οικονομικές δομές και τις κρατούσες πολιτικές ιδεολογίες. Για να επιλυθούν τα οικολογικά προβλήματα είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστούν και να λυθούν τα εσωτερικά προβλήματα της κοινωνίας. Για τους κοινωνικούς οικολόγους, η καταστροφή των δασών του Αμαζονίου πχ, είναι αποτέλεσμα του ίδιου μηχανισμού που δημιουργεί το κοινωνικό πρόβλημα του ρατσισμού, του σεξισμού κλπ.
Επομένως, για να ξεπεραστεί η οικολογική κρίση πρέπει να ξεπεραστεί πρώτα η κοινωνική κρίση.
Το ανταγωνιστικό «πνεύμα» της φιλελεύθερης αγοράς, η ελεύθερη οικονομία, ο καταναλωτισμός, το περιβόητο “grow or die”[5] των σύγχρονων επιχειρήσεων, ο απόηχος του μύθου της προόδου (που μετέτρεψε το βακωνικό όραμα της επιβολής του ανθρώπου στη φύση, στον εφιάλτη της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο και παράλληλα στην αλόγιστη οικολογική καταστροφή), δεν είναι τίποτε άλλο, από έκφραση της υπολανθάνουσας νοοτροπίας της κυριαρχίας, που έχουν υιοθετήσει οι άνθρωποι εδώ και αιώνες και που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε απόλυτα «φυσική».
Το «λάθος», στο οποίο οφείλεται αυτή η παρέκκλιση, και που έχει ως αντίκτυπο τόσο την οικολογική καταστροφή όσο και τον εγκλωβισμό του ανθρώπου σε έναν οικονομικό και κοινωνικό καταναγκασμό, βρίσκεται στην ερμηνεία των φυσικών γεγονότων με ανθρώπινα μέτρα και όρους. Ο Bookchin θεωρεί, ότι υπάρχει άμεση ανάγκη αλλαγής του τρόπου που αισθανόμαστε την εμπειρία και έτσι εισάγει την ανάγκη αλλαγής του τρόπου που βιώνουμε τον κόσμο. Ο άνθρωπος προβάλει τις δικές του νοοτροπίες και ανησυχίες στη φύση για να την ερμηνεύσει και στη συνέχεια ακολουθώντας το παράδειγμα της (όπως το έχει ερμηνεύσει) θεωρεί ότι την μιμείται, κατασκευάζοντας νοητικά άλλοθι μέσα από τις θεωρίες της φυσικής φιλοσοφίας όπως την ξέρουμε μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα ερμηνεύει διάφορα φυσικά φαινόμενα ως ανταγωνισμό ή ανάπτυξη και στη συνέχεια πράττει ανταγωνιστικά, θεωρώντας ότι αυτό είναι «φυσικό» αφού συμβαίνει στη φύση…
Οι χαρακτηρισμοί, που τόσο φυσιολογικά υιοθετούμε μιλώντας π.χ. για «φειδωλή φύση» (αναφερόμενοι στους φυσικούς πόρους), ή για νόμο της «ζούγκλας» και για δίκαιο του ισχυρού (αναφερόμενοι σε αυτό που αποκαλούμε ελεύθερη αγορά) δεν είναι τίποτε άλλο από ένα μύθευμα, μια προβολή του ανθρώπινου ανταγωνισμού και των δικών μας κοινωνικών σχέσεων πάνω στη φύση. Τα λιοντάρια δεν είναι «βασιλιάδες» των ζώων ούτε τα μυρμήγκια «ταπεινοί» εργάτες. Η φύση δεν είναι ιεραρχική και δεν χαρακτηρίζεται από ισχυρούς και παρίες. Τα πάντα στην φύση είναι συμπληρωματικά και το φαινομενικά πιο αδύναμο με τα ανθρώπινα μέτρα μπορεί να αποδειχθεί πανίσχυρο. Είναι αποδεδειγμένο ότι η επιβίωση ενός οικοσυστήματος εξαρτάται από τη βιοποικιλότητα, όπου και ο πιο φαινομενικά αδιάφορος οργανισμός είναι σημαντικός. Γι αυτό και τα οικοσυστήματα της ερήμου, που είναι φτωχά σε αριθμό ειδών, καταρρέουν. Στα οικοσυστήματα τα λιοντάρια παίζουν τον ίδιο σημαντικό ρόλο με τα μυρμήγκια και τους αετούς. Η ιεραρχία, που έχουμε συνηθίσει να λέμε ότι υπάρχει στη φύση είναι θεσμικό και κοινωνικό φαινόμενο και όχι βιολογικό[6].
Ο Bookchin τονίζει ότι «η φύση, απαλλαγμένη από τις ανθρωποκεντρικές ηθικές παγίδες, αποτελεί έναν κόσμο συμμετοχής και αλληλεπίδρασης των μορφών ζωής που οι πλέον ξεχωριστές ιδιότητές του είναι η γονιμότητα, η δημιουργικότητα και η σκοπιμότητα… Έναν κόσμο που τον χαρακτηρίζει η συμπληρωματικότητα και αποτελεί το υπόβαθρο για μια ηθική της ελευθερίας περισσότερο παρά της κυριαρχίας»[7]. Η φύση για τον Bookchin είναι ένας αστερισμός από κοινότητες, που δεν είναι ανταγωνιστικές αλλά συμπληρωματικές. Η συμβίωση των ειδών απαιτεί αμοιβαιότητα και όχι σύγκρουση. Όπως τονίζει ο Tracer για τη συμβίωση, «στη φύση ικανότερος είναι αυτός που βοηθάει τον άλλο να επιζήσει»[8] …και όχι αυτός που τον εξαφανίζει.
Η φύση, δεν αποτελείται απ΄ κοινότητες που αντιπαλεύουν η μία την άλλη, σε έναν διαρκεί αγώνα επιβίωσης. Αντίθετα, αποτελείται από κοινότητες που συμπληρώνουν η μία την ύπαρξη της άλλης. Η ολότητα αυτή, που χαρακτηρίζει το σύστημα των κοινοτήτων, δεν αντιπροσωπεύει ένα ΟΛΟΝ μεταφυσικό, που εν τέλει ταυτίζει το υποκείμενο με το αντικείμενο. Δεν είναι το ΕΝ μιας στωικής ενικότητας αντίστοιχης με αυτή που υποθέτει η βαθιά οικολογία[9]. Για τους κοινωνικούς οικολόγους, η ολότητα είναι η ενότητα των κοινοτήτων και των συστημάτων. Είναι η τακτοποιημένη ενότητα μιας ποικιλομορφίας, που δεν είναι στατική, αλλά μεταβαλλόμενη. Η ολότητα ως ολοκλήρωση πολλών δυνατοτήτων. Αυτή η ολότητα της φύσης και κατ’ επέκταση της κοινωνίας δεν είναι νομοτελειακή και προκαθορισμένη αλλά αποτελεί ένα δυναμικό σύστημα δυνατοτήτων και όχι βεβαιοτήτων. Μ’ αυτή την έννοια, η κοινωνική οικολογία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η φιλοσοφία του γίγνεσθαι και της δυνατότητας[10]. Μια φιλοσοφία, που αντί της υποταγής σε μια προκαθορισμένη εξέλιξη, τονίζει την δυνατότητα της εξέλιξης. Ο Bookchin συνδυάζοντας τον Ηράκλειτο με τον Αριστοτέλη, υιοθετεί μια εντελέχεια, που είναι «ανοιχτή» στις δυνατότητας πραγμάτωσης μεταφέροντας έτσι ένα μήνυμα ελευθερίας, αυτοδιαφοροποίησης και αυτοοργάνωσης. Αυτή η οπτική σκοπιά, θέτει ουσιαστικά στο περιθώριο τον δαρβινικό ντετερμινισμό και την νομοτέλεια για την επιβίωση του ισχυρότερου, που χρησιμοποιήθηκαν από ολοκληρωτικές θεωρίες του παρελθόντος (φυσιολατρία Χίτλερ και κοσμολογική διαλεκτική Στάλιν). Πρόκειται ουσιαστικά, για μια εκτόπιση της φιλοσοφίας της φύσης, όπως την αντιλαμβανόμασταν μέχρι σήμερα, από την διδασκαλία των σοφιστών μέχρι την Χομπσιανή ηθική. Η κοινωνική οικολογία φωτίζει μια άλλη πλευρά του φυσικού κόσμου, τονίζοντας:
τη γονιμότητα της φύσης
την τάση να εξελίσσεται προς μια αυξανόμενη ποικιλομορφία
την απεριόριστη ικανότητα της να διαφοροποιεί τις ζωικές μορφές δημιουργώντας πολυπλοκότερα είδη.
την συμπληρωματικότητα των ειδών
Η νέα αυτή ανάγνωση της φύσης θέτει μια διαφορετική βάση για την οικοδόμηση τόσο μιας νέας οικολογικής ηθικής όσο και μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης.
Η κοινωνική οικολογία, που από πολλούς χαρακτηρίζεται ως «πράσινος ανθρωπισμός», εισάγοντας την ηθική της συμπληρωματικότητας και της ποικιλομορφίας, επιχειρεί να θεραπεύσει τις ουσιώδεις αιτίες των κοινωνικών προβλημάτων, που οδηγούν στην οικολογική κρίση, αλλά και στις παρεκκλίσεις από την «φυσιολογική» ανθρώπινη ζωή, που αυτά (τα προβλήματα) συνεπάγονται.
Κομμουναλισμός[11]: Η νέα κοινωνική οργάνωσηΟι θέσεις της κοινωνικής οικολογίας, που αντιστρέφουν την εικόνα φύσης και κοινωνίας από σύστημα ιεραρχικά δομημένο, ανταγωνιστικό, προσανατολισμένο στην νομοτελειακή πρόοδο και στον αγώνα για την επιβίωση του ισχυρού, σε σύστημα ισοδυναμίας, συμπληρωματικότητας, αμοιβαιότητας και αλληλεγγύης προσανατολισμένο στην «ανοιχτή εξέλιξη» και στον «αγώνα» για την διατήρηση της ποικιλομορφίας, αποτελούν και το υπόβαθρο για την πολιτική εφαρμογή της. Με στόχο την αναδιάταξη των κοινωνικών σχέσεων, έτσι ώστε η ανθρωπότητα να επιβιώσει μέσα σε μια προστατευμένη και όχι εύθραυστη ισορροπία με τη φύση, ο Bookchin προτείνει τον κομμουναλισμό ως το ιδανικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης.
Ο κομμουναλισμός, που τ’ όνομά του παραπέμπει στο παραδοσιακό επαναστατικό σύνθημα για μια «κομμούνα των κομμούνων» και συνδέεται ιστορικά με την κομμούνα του Παρισιού του 1871[12], είναι ένα σύστημα διακυβέρνησης στο οποίο οι σχεδόν αυτόνομες τοπικές κοινότητες συνδέονται με χαλαρούς δεσμούς σε μια μορφή ομοσπονδίας.
Ο κομμουναλισμός αντλεί στοιχεία τόσο από τον μαρξισμό όσο και από τον κοινωνικό αναρχισμό. Από τον μαρξισμό δανείζεται την οργανωμένη αντιπαράθεση με το κεφαλαιοκρατικό μηχανισμό, καθώς και την προσπάθεια συστηματοποίησης ενός έλλογου σοσιαλισμού, που ολοκληρώνει φιλοσοφία, ιστορία, πολιτική και οικονομία, συμπληρώνοντας τη θεωρία με πράξεις. Με τον κοινωνικό αναρχισμό[13] συμφωνεί στην αναγνώριση των ιεραρχικών δομών, ως το βασικό πρόβλημα για την συγκρότηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, καθώς και στις βασικές αρχές που αφορούν:
μια ομοσπονδία αποκεντρωμένων κοινοτήτων
μια σταθερή αντίσταση στον κρατισμό
μια πίστη στην άμεση δημοκρατία
και ένα όραμα μιας ελευθεριακής κοινωνίας[14].
Πλατφόρμα του κομμουναλιστικού συστήματος αποτελούν οι αυτοδιοικούμενοι δήμοι στους οποίους οι παραδοσιακές ιεραρχικές δομές αντικαθίστανται με μια ελεύθερη συμβίωση ανθρώπων, όπου οι αποφάσεις για τα κοινά παίρνονται σε μια πρόσωπο με πρόσωπο ανταλλαγή δημιουργικών ιδεών και επιχειρημάτων, μέσα από διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας.
Με εξαίρεση την αντίληψη για την άμεση δημοκρατία ο κομμουναλισμός υιοθετεί τα περισσότερα στοιχεία του κοινωνικού αναρχισμού. Συγκεκριμένα ο κομμουναλισμός δεν απορρίπτει την διαδικασία τής κατά πλειοψηφία λήψης των αποφάσεων, ενώ οι αναρχικοί θεωρούν ότι η έννοια «πλειοψηφίας – μειοψηφίας» είναι εξουσιαστική και γι’ αυτό προτείνουν την συναινετική λήψη αποφάσεων, κάτι που μπορεί να οδηγήσει όμως στην απραξία και στην διάλυση της κοινωνίας. Οι κομμουναλιστές προτείνουν αντίθετα, την δημιουργική αξιοποίηση της μειοψηφίας, χωρίς να βάλλουν στο περιθώριο τις ενστάσεις και τις διαφορετικές της απόψεις. Τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών, αναλαμβάνει να υλοποιήσει ένα ομοσπονδιακό συμβούλιο, με ανακλητά μέλη τα οποία εκ περιτροπής ασκούν τα οργανωτικά καθήκοντα της κοινότητας.
Ένα τέτοιο μοντέλο πραγματοποιεί το ιδανικό μιας ανθρωπιστικής έλλογης κοινωνίας και στηρίζεται στην αλληλεγγύη και την φιλία[15] (με τη αρχαιοελληνική έννοια του όρου) οι οποίες αντικαθιστούν το υλικό κέρδος, τον εγωτισμό και τους αναγκαστικούς νόμους. Ο κομμουναλισμός, υποστηρίζει ο Bookchin, θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την επιστροφή της έννοιας της ολιγάριθμης αριστοτελικής πόλης, που αποτελεί μια φυσική επέκταση του οίκου, και όπου οι άνθρωποι είχαν τη ευκαιρία να αναπτύξουν τις δυνατότητές τους και να προσεγγίσουν τον τελικό τους σκοπό.
Η οικονομία, δεν παίζει κανένα ρόλο στη ευτυχία των ανθρώπων γι’ αυτό και στόχος του συστήματος είναι να δημιουργήσει μια δημοτική οικονομία χωρίς ατομική ιδιοκτησία, ιδιωτικές επιχειρήσεις ή συνεταιρισμούς και κοινοπραξίες. Οι εργαζόμενοι των διάφορων ειδικοτήτων δεν θα είναι εργάτες με ιεραρχική δομή, αλλά πολίτες που εισφέρουν ο καθένας συμπληρωματικά τα προσόντα του και την ειδίκευσή του στο κοινό εγχείρημα. Δεν πρόκειται φυσικά για μια κοινωνία «αφθονίας» και «καταναλωτικών» αγαθών, αλλά για έναν ποιοτικό τρόπο ζωής, όπου τα αγαθά θα αποκτώνται ανάλογα με τις δυνατότητες του καθενός, μέσα από την συνεισφορά στα κοινά, η οποία θα εξασφαλίζει όλα όσα χρειάζονται για να καλυφθούν οι πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες. Πρόκειται ουσιαστικά, για μια ηθική οικονομία, όπου το χρήμα και τα αγαθά δεν αποτελούν αυτοσκοπό αλλά ούτε προϋπόθεση για την ευημερία και την ποιότητα της ζωής.
Ο Bookchin γνωρίζει, ότι η μετάβαση σε μια κομμουναλιστική κοινωνία δεν μπορεί να γίνει ούτε εκ των άνω, αλλά ούτε με επανάσταση, γι’ αυτό προτείνει μια βήμα- βήμα μεταρρύθμιση. Ξεκινώντας σε πρώτη φάση με την επιδίωξη θέσπισης νέων κανόνων μεταξύ λαού και κεφαλαίου, προχωρώντας παράλληλα στην ίδρυση οργανισμών και ινστιτούτων, που θα διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στη κοινωνική μεταρρύθμιση, και προτείνοντας στη συνέχεια την συμμετοχή κομμουναλιστών σε δημοτικά συμβούλια και τοπικές εκλογές, υποδεικνύει ουσιαστικά μια ρεαλιστική στρατηγική σταδιακής πολιτικής εφαρμογής του κομμουναλισμού.
Αντιπαραθέσεις, Ενστάσεις και Κριτική
Τόσο το σχέδιο του κομμουναλισμού, όσο και η θεωρία της κοινωνικής οικολογίας, έχουν δεχτεί ποικίλες κριτικές αλλά έχουν στρέψει και σθεναρά τις βολές τους κατά άλλων οικολογικών θεωριών και ελευθεριακών συστημάτων.
Ο Bookchin χρησιμοποιεί καυστικά τον όρο «οικο-λα-λα», για να χαρακτηρίσει τον ανορθολογισμό, που υποστηρίζει ότι διακρίνει τη βαθιά οικολογία και το κόμμα των πρασίνων. Οι αντιφατικές τους θέσεις, που από τη μια πλευρά εκφράζουν μια θεϊστική εκδοχή της οικολογίας και από την άλλη μια ανθρωπομορφική γη, και μιλάνε για μια εγγενή αξία των όντων (μεταξύ των οποίων και των ιών ή των μικροβίων) εξισώνοντας την ηθική του ανθρώπου με την ηθική του μυρμηγκιού, δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να παραβλέπουν την ουσία της ανθρώπινης παρακμής και οδύνης. Με πολλές αναφορές στις οικοφασιστικές και βιοκεντρικές αντιλήψεις του ναζισμού (νόμοι της φύσης, υποβάθμιση της αξίας της ανθρώπινης ζωής, πανθεϊσμός κλπ) ο Bookchin υποστηρίζει, ότι οι βιοκεντρικοί οικολόγοι απομακρύνονται από την ουσιαστική αντιμετώπιση οποιουδήποτε σοβαρού οικολογικού προβλήματος.
Κατά τον Bokkchin, ο πολιτικός κίνδυνος της βαθιάς οικολογίας, που μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφράζει τα συμφέροντα της παγκόσμιας τράπεζας, των αμερικανικών γεωργικών επιχειρήσεων και της αστικής τάξης, προέρχεται από την ευκολία με την οποία γίνονται δεκτές οι απόψεις της σε μια περίοδο απλοϊκότητας και κοινωνικού αναλφαβητισμού[16]
Από την άλλη πλευρά οι οπαδοί της βαθιάς οικολογίας με τη σειρά τους ασκούν κριτική για τη προτεινόμενη από τους κοινωνικούς οικολόγους σχέση μας με τη μη ανθρώπινη φύση. Μήπως τελικά η πρόταση για μια οργανική-αναρχική αρμονική συμβίωση με τον πλανήτη υποδηλώνει την ανικανότητά μας να τον διαχειριστούμε υπεύθυνα; Για αυτούς η Κοινωνική Οικολογία δεν είναι παρά μια μασκαρεμένη ανθρωποκεντρική οικολογία αφού εν τέλει ο κύριος σκοπός της είναι η ευημερία των ανθρώπων.
Ένα κεντρικό σημείο της θεωρίας της κοινωνικής κοινωλογίας που έχει δεχτεί κριτική, είναι η μη επαρκής απόδειξη της αιτιακής σχέσης ανάμεσα στις ιεραρχικά δομημένες κοινωνίες και την καταστροφή του περιβάλλοντος. Αν και αποτελεί κοινή παραδοχή ότι οι τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες είχαν αποκαταστήσει μιαν εξαιρετικά συνεργατική σχέση με το μη ανθρώπινο περιβάλλον, δεν μπορεί κανείς εκ προοιμίου να απορρίψει την περίπτωση ύπαρξης μη ιεραρχικών κοινωνιών που έβλαψαν το περιβάλλον όπου έζησαν[17]. Παράλληλα οι πράσινοι σχολιάζουν το πολιτικό σκέλος της κοινωνικής οικολογίας ως ουτοπικό και ρομαντικό.
Κριτική όμως έχει ασκηθεί και από την πλευρά των ελευθεριακών ριζοσπαστικών κινημάτων, για το αν πράγματι υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής του κομμουναλισμού. Από λειτουργική σκοπιά οι σημερινές πόλεις απέχουν πολύ από το ιδανικό μέγεθος της αριστοτελικής πόλης, και το γιγάντιο μέγεθός τους μάλλον απαγορεύει τέτοια οργάνωση. Από την άλλη πλευρά, δήμοι που παίρνουν πρωτοβουλίες και αναπτύσσουν δημοτικές επιχειρήσεις για το κοινό όφελος, είναι αδύνατον να ακολουθήσουν έστω και εν μέρει το κομμουναλιστικό μοντέλο, αφού οι διαδικασίες και τα πρότυπα οργάνωσής τους είναι αναγκαστικά βασισμένα στα θεσμικά πρότυπα και στους νόμους του κράτους στο οποίο ανήκουν.
Κατά τη γνώμη μου, ο προβληματισμός για την συνολική κατασκευή του Bookchin, αγγίζει τον προβληματισμό για το μέλλον της αριστεράς. Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη μετατροπή του σε «ανύπαρκτο» σοσιαλισμό, η μετάβαση στον κομμουνισμό μοιάζει πιο ουτοπική από ποτέ. Ο Bookchin γνωρίζοντας όσο λίγοι, το άτοπο της μέχρι σήμερα νοούμενης σοσιαλιστικής οργάνωσης, αντιλαμβάνεται το δίπολο μεταξύ φιλελευθερισμού και κοινοτισμού, που οργανώνεται στη σύγχρονη πολιτική σκέψη. Ανεξάρτητα με τη μορφή του φιλελευθερισμού είτε αυτός λέγεται συντηρητικός, κοινωνικός, νέος, ή οτιδήποτε άλλο, ο Bookchin θέλει να τοποθετήσει απέναντί του το εκλιπών «αντίπαλον δέος» που θα κρατήσει ζωντανή και θα εξελίξει την αριστερή παράδοση. Ο κίνδυνος να μπει το όραμά του στο καλάθι των κοινοτιστών είναι ορατός, όμως αυτός φαίνεται να επιδιώκει να αποτελέσει τον νέο «τρίτο δρόμο». Δεν είναι λίγοι αυτοί που θα χαρακτήριζαν τον κομμουναλισμό ως κοινοτιστική πολιτική αντίληψη, μόνο και μόνο επειδή τοποθετείται απέναντι στον φιλελευθερισμό.
Εν πρώτοις, φαίνεται ότι ο Κομμουναλισμός (communalism) σαν πολιτικό σύστημα κοινωνικής οργάνωσης είναι ειδικότερος από τον Κοινοτισμό (communitarism) ο οποίος αποτελεί μια ευρύτερη ηθική αντίληψη. Σύμφωνα με τον κοινοτισμό, οι συλλογικού χαρακτήρα αξίες, όπως αμοιβαιότητα, εμπιστοσύνη, αλληλεγγύη είναι συνυφασμένες με συλλογική φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ευημερία των ανθρώπων, μπορεί να επιτευχθεί αν καθιερωθεί κοινοτικός τρόπος διαβίωσης και συμπεριφοράς των ανθρώπων, σύμφωνα με κοινές συλλογικού χαρακτήρα αξίες[18].
Οι αξίες αυτές δεν είναι απαραίτητα απόλυτες και καθολικές για όλες τις κοινότητες των ανθρώπων όπως για παράδειγμα είναι διαφορετικές οι αξίες και η ηθική των κοινοτήτων των παλαιστινίων, και των ισραηλιτών, των φανατικών μουσουλμάνων και των προτεσταντών χριστιανών. Όμως, αντίθετα με τη σχετικότητα του κοινοτισμού, οι εισηγητές του κομμουναλισμού θεωρούν ότι οι αξίες των κοινοτήτων είναι καθολικές και απόλυτες αφού αντανακλούν την ολότητα που διακρίνει τη φύση και εναρμονίζονται με αυτήν. Δηλαδή ο Bookchin αντικαθιστά, στην ουσία, την απόλυτη αλήθεια της αυθεντίας, με την αλήθεια της φύσης, η οποία όμως δεν είναι η αλήθεια που μέχρι σήμερα αντιλαμβανόμασταν! Παρ’ ότι είναι ειλικρινά γοητευτική η θέαση μιας φύσης συμπληρωματικής, γόνιμης, ενωτικής, αμοιβαίας, αλληλέγγυας, ελεύθερης και πολυποίκιλης, δεν παύει να είναι μια αυθαίρετη «θέαση». Η ορθολογική αυτή αντίληψη για τη φύση είναι εξ’ ίσου αυθαίρετη με την θέαση της φύσης ως ανταγωνιστική, ιεραρχική, νομοτελειακή και οτιδήποτε άλλο. Η φύση είναι αυτό που είναι ανεξάρτητα από το πως εμείς την ερμηνεύουμε. Η ερμηνεία και η ορθολογική ανάλυση είναι ιδιότητες της διάνοιας ενός φυσικού όντος, του ανθρώπου εν προκειμένω και δεν ανάγονται στο όλο, δηλαδή στη φύση. Αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα στο οικοδόμημα του Bookchin. Κάνει το ίδιο ακριβώς λάθος, που κατηγορεί ότι κάνουν οι θεωρίες των φυσικών φιλοσόφων. Προσδίδει στη φύση χαρακτηριστικά ανθρωπομορφικά, υιοθετεί μια άλλη ερμηνεία της, χτίζει πάνω της μια νέα θεωρία που τελικά επιχειρεί να εφαρμόσει πολιτικά. Επί πρόσθετα, παρ’ ότι τοποθετεί τον άνθρωπο μέσα στην φύση, όπως κάνουν οι βιοκεντρικοί οικολόγοι, δεν αποφεύγει να καταλήξει σε μια ανθρωποκεντρική οικολογική θέση αφού ο τελικός του σκοπός είναι η ανθρώπινη ευημερία, που θα διασφαλίσει και ως θεματοφύλακας την οικολογική ηθική.
Aνεξάρτητα από τα παραπάνω, θεωρώ ότι η προσπάθεια του Bookchin να αντιπαραθέσει απέναντι στον καταστροφικό για το περιβάλλον φιλελευθερισμό της «ελεύθερης» αγοράς ένα οικολογικό μοντέλο ελευθεριακής κοινωνικής οργάνωσης, είναι εξαιρετική. Αν δεχτούμε ότι το μέλλον είναι ανοιχτό σε δυνατότητες, τότε και η φιλοσοφία του γίγνεσθαι, όπως αυτοχαρακτηρίζεται η κοινωνική οικολογία, θα παίξει καθοριστικά τον συμπληρωματικό ρόλο της μέσα στην πολυποίκιλη ολότητα της οικολογικής και πολιτικής φιλοσοφίας.
του Αλκιβιάδη Κ. Γούναρη

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ηθικής Φιλοσοφίας

Δοκίμιο Στο Πλαίσιο του Μαθήματος
«Περιβαλλοντική Ηθική»

Εαρινό Εξάμηνο 2004 –2005

Διδάσκων Καθηγητής Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης

Διαδικτυακή διανομή: www.filosofia.gr

Αθήνα, Σεπτέμβριος 2005

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου