ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Στις γειτονιές του κόσμου
πετούσαν άσπρα περιστέρια.
και οι γιαγιάδες στις αυλές τους
έκαναν δέηση στα αστέρια.
Θεέ μου σε παρακαλώ στέρξε
για μας λιγάκι. Πότισε μας
ροδόσταμο αντί πικρό φαρμάκι.
Εκεί στη μέσα αυλή ζούσε παλιά
ένα παιδί .
Παρέα με τ`άλλα τα παιδιά
Και έπαιρναν βαθιές αναπνοές
Στης φύσης τις απλές χαρές.
Δεν είχαν τίποτα να μοιράσουν
Και αγαπιότανε οι ταπεινοί
Γιατί είχανε κοινή ζωή.
Κι ας τουρτουρίζανε μέσα
Στο κρύο. Την ψυχή τους
Δεν την άγγιξε ο χιονιάς.
Όταν δεν είχανε να πληρώσουν
το νοίκι, κι έξω φυσούσε
δυνατός , και βίτσιζε ο βοριάς.
Είχαν όνειρα, πολλά, κι έλεγαν¨ «το μέλλον
μας ανήκει», έστω κι αν πήγαιναν.
Για δουλειά στην ξενιτιά.
Τον παλιό εκείνο τον καιρό
Αγωνιζόταν και παλεύανε,
να αλλάξουνε τον κόσμο
Σε εποχές γόνιμες σε ιδέες και οράματα.
Ήταν κτίστες και δημιουργοί.
του δικού τους μέλλοντος. Τα πουλιά στο δάσος έπαιζαν με λύρα μουσική. Και οι άνδρες τραγουδούσαν ,και τραγουδούσαν
κι ο ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπο
τους και πότιζε τη γη.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
ΠΟΙΗΣΗ
Πριν από 18 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου