Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

24]Μετά την αναγγελία από τα μεγάφωνα για την άφιξη του πλοίου, η Ράνια με το παιδί συνάντησαν τον Πλούτωνα στο γκαράζ.
Είχε αναμμένη την μηχανή του μικρού φορτηγού και
περίμενε το θήραμα υπομονετικά στην θέση του οδηγού. Ο
κοκαλιάρης γύφτος με τα σάπια δόντια, δεν μπορούσε να
κοιμηθεί την νύχτα. Παρέμεινε κρυφά στο αυτοκίνητο, παρά την απαγόρευση για τους επιβάτες ,να παρευρίσκονται στο γκαράζ.
Μόλις βγήκαν από το πλοίο ο Πλούτων πήρε τον δρόμο, που οδηγεί στον Κηφισό, και από εκεί πήγε κατ ευθείας, προς το καταυλισμό των τσιγγάνων στα Λιόσια. Στάθμευσε έξω από την παράγκα, στην οποία κοιμόταν η πεθερά του με τα τρία παιδιά του.
Εκεί θα ζούσαν για όσο διάστημα χρειαζόταν μέχρι να περάσει ο πολύς ο κίνδυνος και έπειτα , σύμφωνα με τις συνήθειες τους, θα έκανε ο Πλουτών περιοδείες σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος.
Ο μικρός Αχιλλέας άρχισε πάλι να κλαίει, και να ζητάει την μαμά του. Η Ουρανία αισθανόταν τώρα ότι είχε δέσει τον γάιδαρο της και άλλαξε συμπεριφορά. «Άκου να σου πω μικρέ»¨ λέει στον μικρούλη γεμάτη κακία. Η μαμά σου σε πούλησε σε μένα . Δεν σε αγαπάει πια.
Από τώρα και στο εξής θα κάνεις ότι σου λέω εγώ. «Άκουσες». Φώναξε δυνατά. Ο μικρούλης τα έχασε τρόμαξε, και έβαλε τα κλάματα. Άλλωστε δεν είχε αντίληψη των γεγονότων, γιατί ήταν μόλις τρισήμιση ετών. Παραξενεμένος από την απότομη αλλαγή της «θείας» Ράνιας λούφαξε ζαρωμένος σε μια γωνία.
Σε λίγη ώρα πιο ήρεμος πλησίασε από κοντά την «Θεία» Ράνια.
«Η μαμά μου με αγαπάει δεν με αγαπάει θεία Ράνια;»
«Γιατί με έδωσε σε εσένα» ρώτησε ο μικρός γεμάτος απορία.
«Σε έδωσε γιατί ήταν φτωχή και ήθελε λεφτά να αγοράσει ένα σπίτι.»
Μα εμείς μένουμε σε σπίτι θεία δεν μένουμε σε ξύλινη παράγκα όπως εσείς».Είπε με αφέλεια ο μικρός. Σκάσε τώρα μικρέ». Είπε αυστηρά η «θεία» Ράνια και του έβαλε το χέρι στο στόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου